ΑΓΓΕΛΙΚΑ ΦΤΕΡΟΥΓΙΣΜΑΤΑ
της Χαράς Σαϊτη
Η
τρέχουσα μόδα της new age εποχής μας για τους αγγέλους, προτιμά μια εκδοχή των
αγγέλων της ευχετήριας κάρτας: ρομαντική και γλυκανάλατη. Στην πραγματικότητα,
υπάρχει ολόκληρη θεολογική και ιστορική ερμηνεία, πίσω από αυτές τις μεταφυσικές
οντότητες, που έχουν την τιμητική τους κυρίως
τις μέρες των Χριστουγέννων.
Τις
περισσότερες φορές συνδέουμε αποκλειστικά το χριστιανισμό και τη χριστιανική
τέχνη με τους αγγέλους. Αυτό απλώς δεν ισχύει. Η κλασική μυθολογία, ο
Ζωροαστρισμός, ο Βουδισμός, ο Ισλαμισμός, βρίθουν από αγγελικά φτερωτά
πλάσματα, που τουλάχιστον εικονιστικά, είναι ευθέως ανάλογα με τους
χριστιανικούς αγγέλους. Στον χριστιανισμό, οι άγγελοι έχουν παίξει αρχικά έναν
ρόλο αμφιλεγόμενο. Η αγγελική λατρεία που προϋπήρχε του χριστιανισμού
καταδικάστηκε από τον Απόστολο Παύλο και αργότερα, μετά την λαϊκή έξαρση της λατρείας αυτής, από τη
Σύνοδο της Λαοδικείας, το 343. Πολύ αργότερα, μόλις το 787 με την έβδομη
Οικουμενική Σύνοδο, αποκαθίσταται μια
προσεκτικά περιορισμένη λατρεία των Αρχαγγέλων, ως στοιχείο αναπόσπαστα δεμένο
με την ανατολική ελληνορθόδοξη παράδοση.
Η
χριστιανική τέχνη αντικατοπτρίζει τη λαϊκή αγάπη προς τους αγγέλους αντλώντας
πρότυπα από την αρχαία κλασική εικονοπλασία. Έτσι, οι αγγελικές μορφές είναι
απευθείας δάνειο από την κλασική αρχαιότητα. Οι φτερωτές «Νίκες» τους δάνεισαν
τη μορφή τους και το αρχαίο ιδανικό της «καλοκαγαθίας» τους έδωσε την ηθική
τους υπόσταση. Ο Πλάτων υπαινίσσεται στο «Φαίδρο» ότι τόσο οι θεοί όσο και οι
ψυχές έχουν φτερά. Τα όντα όμως που περισσότερο από κάθε τι άλλο πρέπει να
έχουν φτερά είναι εκείνα που είναι μεσάζοντες ανάμεσα στους δύο κόσμους,
μεταφέροντας μηνύματα :οι αγγελιοφόροι, οι άγγελοι.
Πρόσφατη εικαστική δουλειά της Χαράς Σαϊτη "Ο Έλληνας Άγγελος", κολλάζ. |
Όντα
υπερφυσικά, τέλεια, με μια αιώνια νεότητα, χωρίς φύλο, αποτυπώνουν το ιδανικό
της ομορφιάς, με μια ουσιαστική θεολογική υπόσταση. Κάθε χαρακτηριστικό τους
έχει και μια αλληγορική σημασία. Λειτουργούν σαν αρχετυπικά όντα, περιγράφοντας
με την αρτιότητα της μορφής, την πνευματική και ψυχική πληρότητα.
Ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο πρώτος Επίσκοπος
Αθηνών, στη «Μυστική Θεολογία» του
γράφει για την «Ουράνιαν ιεραρχίαν», δηλαδή τις ουράνιες δυνάμεις, ότι « των ατυπώτων οι τύποι και τα σχήματα των
ασχηματίστων» παριστάνονται με υλικά μορφώματα, «υλαίοις σχήμασι και μορφωτικαίς συνθέσεσι», για να ανεβάσουν τον
νουν μας από τα υλικά στα άυλα, « δι’ αυτών ανάγεσθαι προς τους αΰλους αρχετυπίας»
Ανθρωπόμορφοι
και εξιδανικευμένοι, οι άγγελοι απεικονίζονται με πολύσυγκεκριμένους
συμβολισμούς για κάθε τι που τους
περιγράφει : η λευκή κορδέλα που δένουν τα μαλλιά τους και συμβολίζει «το
υπερφαίνον του νοός», « η δε των πτερών
ελαφρία, το κατά μηδέν πρόσγειον, αλλ’ όλον αμιγώς και αβαρώς επί το ψηλόν
αναγόμενον.» Τα φτερά συμβολίζουν «την αναγωγική οξύτητα και το ουράνιον», τα
πόδια (που στην πραγματικότητα δεν έχουν λειτουργική αξία), «το κινητικόν και
οξύ της επί τα θεία πορευτικής ακινησίας». Είναι, λοιπόν προφανές, πώς τα
παλαιά αρχέτυπα παίρνουν τώρα νέα σημασία,
καινούργιο συμβολισμό, θεολογική νοηματοδότηση.
Εννέα
Τάξεις ή Ιεραρχίες αγγέλων περιέγραψε ο
Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης: Σεραφείμ, Χερουβείμ και Θρόνοι, Κυριότητες, Δυνάμεις
και Εξουσίες, Αρχές, Αρχάγγελοι και Άγγελοι. Πηγή της εικονογραφίας τους η
Παλαιά Διαθήκη και τα απόκρυφα Ευαγγέλια. Τα αγγελικά τάγματα ενέπνευσαν τους
βυζαντινούς καλλιτέχνες, ως προς την απόδοση του φανταστικού. Ξεφεύγουν από τον ανθρωπομορφισμό, αν και όχι
εντελώς. Στην περίπτωση των Σεραφείμ και Χερουβείμ διατηρείται το
εξιδανικευμένο πρόσωπο, τα πόδια και τα χέρια. Το σώμα περιβάλλεται από τρία
ζεύγη φτερών (Εξαπτέρυγα), που στην περίπτωση του «Πολυόμματου» είναι γεμάτα
μάτια Στα χέρια κρατούν δόρατα και ριπίδια, αντιστοίχως. Παλεύουν για τη δόξα
του Κυρίου, είτε υμνούν «Άγιος, Άγιος, Άγιος», κατά το όραμα του προφήτη Ησαΐα.
Απεικονίζονται συνήθως στο τύμπανο του
τρούλλου, περιβάλλοντας τον Παντοκράτορα. Στον ίδιο χώρο απαντώνται και τα
«Τετραόμορφα», που έχουν τέσσερις μορφές: αγγέλου, λιονταριού, ταύρου και αετού
και κρατούν κλειστούς κώδικες, παραπέμποντας στους τέσσερις Ευαγγελιστές. Η
περίπτωση των «Τροχών» είναι από τις πιο ευφάνταστες. Εδώ ο ανθρωπομορφισμός
εξαφανίζεται, για να παραχωρήσει τη θέση του στη φαντασία. Πύρινοι, φτερωτοί
τροχοί, γεμάτοι άγρυπνα μάτια, συναρμολογούν αυτά τα υπερφυσικά, αγγελικά όντα.
Η μορφή τους περιγράφεται με ακρίβεια στο όραμα του Ιεζεκιήλ: «Και είδον, και ιδού τροχός εις επί γης
εχόμενος των ζώων τέσσαρσι. Και το είδος των τροχών ως είδος θαρσείς. Και οι
νώτοι αυτών πλήρεις οφθαλμών κύκλοθεν τοις τέσσαρσι.» (Ιεζεκ α΄, 15).
Οι
γραφές εικονοποιήθηκαν με τέτοια ακρίβεια και συγκινητική αφέλεια, που δεν
υπήρχε περιθώριο για αμφιβολίες και
πολυσημίες. Η εικονογραφία τους, όμως, βασίστηκε στις οικείες
προσλαμβάνουσες και σε μια πληθώρα εικόνων που κληρονομήθηκαν από έναν
εικονιστικό πολιτισμό: τον ελληνικό.
Η αρχαιοελληνική κληρονομιά αφήνεται εδώ να
πάει βαθύτερα και να βρει τις ανατολίτικες καταβολές, που πέρασαν στη λαϊκή
συνείδηση και βρήκαν νέα πεδία έκφρασης στη χριστιανική τέχνη. Άλλωστε, η ελληνιστική παράδοση έφερνε μαζί
της μια πανσπερμία θρησκευτικών
δοξασιών, ένα συμπίλημα πολιτισμών, που επαυξήθηκε με τις ρωμαϊκές και τις
βυζαντινές κατακτήσεις. Μέσα σε αυτόν τον συγκρητισμό και την
πολυπολιτισμικότητα, ό,τι ήταν πραγματικά ζωντανό κατάφερε να επιζήσει, απλώς
πήρε μιαν εκ νέου νοηματοδότηση. Μέσα από αυτήν τη γόνιμη διαδικασία, η πτερωτή
Νίκη μεταμορφώνεται σε άγγελο. Η φαντασία του βυζαντινού καλλιτέχνη αναπαράγει
τους παλιούς μύθους και τις δοξασίες, για να μεταφράσει το καινούργιο δόγμα στη
δική της εικαστική γλώσσα.
Σίγουρα, η φανταστική αυτή αναπαραγωγή, δεν
έχει να κάνει με τη δημιουργική φαντασία, όπως εννοείται σήμερα. Τα μοτίβα
είναι ήδη γνωστά και οικεία, και εκφράζουν τη συλλογική αρχέγονη μνήμη των λαών
της Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής. Η πρωτοτυπία έγκειται στον τρόπο που αυτά
χρησιμοποιήθηκαν από τους βυζαντινούς καλλιτέχνες.
Ποια είναι λοιπόν η πραγματική μορφή, αυτών των
μεταφυσικών όντων, των κατοίκων ενός ενδιάμεσου κόσμου, που επιτελούν
διαμεσολαβιτική λειτουργία; Βρίσκονται πάντα εκεί όπου κάποιος ασχολείται με
την επίκληση της θεότητας, μετεωριζόμενοι με χαρά γύρω από εκείνον που επιθυμεί
να γνωρίσει τη θεία υπόσταση, μοιράζοντας ευλογίες, προστατεύοντας, αόρατοι και
άυλοι. Άλλοτε, ενατενίζοντας βαθιά τη θεία ωραιότητα, υμνούν τη μακαριότητα και
σοφία του Δημιουργού. Αν και ασώματοι, εμφανίζονται σε εξ αποκαλύψεως
«επιφάνειες», σαν προπομποί του θείου Λόγου ή σαν αγγελιοφόροι αποκαλυπτικών
μυνημάτων. Στην λαϊκή ψυχή μιλούν με την τελειότητα της όψης τους, την
παντοδυναμία της προστασίας και την αιωνιότητα της ευλογίας τους. Διαποτίζουν
το χώρο και διεισδύουν στο χρόνο, τρομακτικοί καθώς ψηλαφίζουν με τις φτερούγες
τους τις εσχατιές της πραγματικότητας, ανυψώνοντας στο διηνεκές τη φθαρτή ύλη
σε πνευματική ουσία.
Χαρά Σαΐτη
από το
βιβλίο “Μικρές Αλήθειες”, εκδ. Fagotto, Αθήνα
2011