ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΑΡΟΥ:Φωτεινό μετέωρο, με μεγάλη ακτινοβολία στο επιστημονικό στερέωμα
Πείραµα και
µαθηµατικά στο έργο του Γαλιλαίου και στις νέες ανατοµικές µελέτες: οι
συνειστώσες που χαρακτηρίζουν τη µετάβαση στη νεώτερη επιστήµη
Στη σημερινή εποχή των μεγάλων ανακατατάξεων, στην εποχή της ρευστότητας στην Τέχνη, στην κρίσιμη ώρα που αναντίρρητα πραγματοποιούνται οι πιο βαθιές και χρήσιμες προσανατολιστικές θεωρίες στον κόσμο των αξιών στην εποχή με την καλπάζουσα, εξελικτική μορφή νομίζει και πιστεύει κανείς πως δεν είναι άσκοπη και ανώφελη η παρουσίαση απ το περιοδικό μας εργασιών μιας σπουδαίας προσωπικότητας που με την εν γένει πολιτεία της και τη δράση της πιστεύουμε ότι αποτελεί φωτεινό μετέωρο, με μεγάλη ακτινοβολία στο επιστημονικό στερέωμα. ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΑΡΟΥ: Μεγάλο το ανάστημά της, φωτοδότρα και απαλλαγμένη από μικρότητες και μικροφιλοδοξίες η μορφή της, με συγγραφική δράση και ωριμότητα ενός αδαμάντινου χαρακτήρα.Με πολύ χαρά την καλωσορίζουμε στο περιοδικό μας
Δημήτρης Ζάχος
Ο Γαλιλαίος, η κατάρριψη του
σχολαστικικού κοσμοειδώλου και η
Επιστημονική Επανάσταση
Ο 16ος και ο 17ος αιώνας ήταν µία
περίοδος ανασυγκρότησης και αναθεώρησης
πολλών θεωρητικών σχηµάτων που για πολλούς αιώνες θεωρούνταν όχι απλά δεδοµένα,
αλλά και αληθή, δίχως τη συνδροµή κάποιας πειστικής επαληθευτικής µεθόδου. Ήταν αληθή επειδή έτσι ήταν γραµµένο στη
Βίβλο ή επειδή το είχε διατυπώσει ο Αριστοτέλης. Από τα µέσα, όµως, του 16ου
αιώνα παρατηρείται µία αµφισβήτηση των παραδεδοµένων «αληθειών» και µία
εγκαθίδρυση νέων θεωριών, οι οποίες βασίζονται σε αποδεικτικές µεθόδους. Οι ιστορικοί
της επιστήµης έχουν χαρακτηρίσει το χρονικό διάστηµα των 150 χρόνων, µεταξύ
δηλαδή της διατύπωσης της ηλιοκεντρικής θεωρίας από το Κοπέρνικο και της
δηµοσίευσης του Νευτώνειου έργου «Μαθηµατικές
Αρχές Φυσικής Φιλοσοφίας», ως
Επιστηµονική Επανάσταση.
Τα µαθηµατικά και η
πειραµατική µέθοδος ήταν µονάχα δύο από τα χαρακτηριστικά της νεώτερης
επιστήµης. Οι µετρήσεις, οι υπολογισµοί και η συνδυασμένη πρακτική
παρατήρησης-μαθηματικής επαλήθευσης που οδηγεί στη διατύπωση νόµων αποτελούν
τις υπόλοιπες συνειστώσες του νέου επιστημονικού πνεύματος που έρχονται να
καταρρίψουν την μεσαιωνική πρακτική, τη βασισμένη στην απλή παρατήρηση ή την
τυφλή αποδοχή την βιβλικής, αριστοτελικής ή νεοπλατωνικής αυθεντίας. Κεντρική
φιγούρα της Επιστημονικής Επανάστασης υπήρξε ο Iταλός Γαλιλαίος, (Galileο Galilei, 1564-1642), ο πρώτος
εμπειριστής κατά πολλούς και υποστηρικτής των νέων πρακτικών στη φυσική
επιστήμη.
Επίσης, η συστηματική μελέτη της κίνησης µε
τη βοήθεια νέων επιστηµονικών οργάνων (κυρίως
τηλεσκόπιου, βαρόμετρου), οδήγησε στη
λεγόμενη μαθηματικοποίηση της φύσης. Επιπλέον, επικρατεί µία µηχανοκρατική
προσέγγιση για τα φυσικά φαινόµενα, αφού τώρα αντιµετωπίζεται η φύση ως
µία τεράστια µηχανή που υπόκειται σε σταθερούς νόµους και όχι σαν ένας χώρος
κυριαρχίας πνευµάτων. Ο µεγάλος ιστορικός των επιστηµών Alexandre Koyre είχε
πει ότι η επιστηµονική επανάσταση συνίσταται στην κατασκευή ενός γεωµετρικού
ευκλείδειου σύµπαντος και στην καταστροφή ενός αριστοτέλειου κοσµοειδώλου.
Το πείραμα μέσα στα έργα του Γαλιλαίου
Το πείραµα εµφανίζεται
συστηµατικά στις µελέτες των «επιστηµόνων» εκείνης της περιόδου. Ο όρος
«επιστήμονας» στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι αναχρονισμός, μια και εισήχθη
τον 19ο αιώνα στην Αγγλία (ο Steven Shapin προτιμά τον όρο practioner-ερευνητής). O προσεκτικά σχεδιασµένος και επαναλήψιµος έλεγχος της θεωρίας,
όπως λέει ο Allen
Debus, καθίσταται αναγκαία και δεδομένη επιστημονική πρακτική. Ο Γαλιλαίος με
βοηθό του το άρτι ανακαλυφθέν από τον Μπράχε και τελειποιημένο από τον ίδιο
τηλεσκόπιο, προέβη σε σημαντικότατες παρατηρήσεις και ανακαλύψεις, κυρίως στο
χώρο της αστρονομίας. Αν και θεωρείται αμφιλεγόμενη προσωπικότητα ως προς την
επιστημονική έμπρακτη συμβολή του στην Επιστημονική Επανάσταση (κυρίως στο κατά
πόσο εφήρμοσε τα πειράματα που αρχικώς περιέγραφε στα έργα του, μερικά από τα
οποία παραδέχθηκε ο ίδιος πως δεν είχε κάνει), πολλοί θεωρούν ότι από αυτόν
ξεκίνησε η νέα πειραµατική µέθοδος, δηλαδή η τελική διατύπωση νόμων μέσω της
επιβεβαίωσης της μαθηματικής θεωρίας με το πείραμα και την παρατήρηση. Εξάλλου,
κάποια από τα καταγεγραµµένα πειράµατά του όντως έλαβαν χώρα, όπως
αποδεικνύεται από την αλληλογραφία του και την επιβεβαίωση τρίτων. Η
αποκατάσταση του Γαλιλαίου ως επιστήμονα (μαθηματικού, φυσικού και
αστρονόμου), αλλά και ως φιλοσόφου, από
τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία έγινε
μόλις πρόσφατα, το 1953, με την αναίρεση της καταδίκης του από την Ιερά
Εξέταση. Σ’ αυτό συνέβαλε ουσιαστικά το έργο πολλών ιστορικών της επιστήμης,
και κυρίως, η έκδοση του Le opere di Galileo Galilei με επιμέλεια του Antonio Favaro.
H διαμάχη του Γαλιλαίου µε την Εκκλησία δεν αφορά μόνο στην
υπεράσπιση του Κοπερνίκειου συστήµατος από μέρους του, ήτοι ακινησία του ήλιου
και κίνηση της γης. Αφορά στη δριμύτατη αντίδραση των φυσικών φιλοσόφων
(καθηγητές φυσικής), που προασπίζονταν την επικρατούσα αριστοτέλεια και
πτολεμαϊκή κοσμοθεωρία, αλλά και των θεολόγων της εποχής του, που μέσα στο
μισαλλόδοξο πνεύμα της προτεσταντικής αντιπαλότητας, διείδαν στο πρόσωπό του
τον επικριτή των βιβλικών Γραφών. Κατά τον ιστορικό John Stevenson, ακριβώς αυτή η
εποχή των αντιπαλοτήτων ευθύνεται για το γεγονός ότι πολλές «επιστημονικές ανακαλύψεις του 16ου
αιώνα παρέμειναν πιθανότητες και δεν έγιναν πραγματικότητες».
Ο Γαλιλαίος ως μαθηματικός -κατείχε για
χρόνια την έδρα των μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο της Πίζας αρχικά και της
Πάδουας στη συνέχεια, αν και ο ίδιος είχε λάβει εμπειρική μαθηματική παιδεία
και δεν είχε αποφοιτήσει από μαθηματική σχολή- αφιέρωσε ένα σηµαντικό µέρος της
ζωής του µελετώντας την επιταχυνόμενη κίνηση, την ελεύθερη πτώση των σωµάτων,
την βαρύτητα, την παραβολική τροχιά των βληµάτων, την επίδραση των φάσεων της
σελήνης στην παλίρροια κ.α., με βάση πάντοτε την παρατήρηση επαληθευόμενη από
το πείραμα. To 1581
παρατηρώντας τυχαία την ταλάντωση του πολυελαίου στον καθεδρικό ναό της Πίζας
οδηγήθηκε στην αρχή της ταλάντωσης. Η δημοσίευση των έργων του, ξεκίνησε το 1590 µε το De Motu (Περί Κίνησης),
όπου, κατά τον John Losee,
«επιβεβαίωσε κι αυτός το δόγμα των
φυσικών θέσεων», και, κατά τον Stillman Drake, «ανακάλυψε τα δύο
ορθά θεωρήματά του για τις κινήσεις κατά μήκος κεκλιμένων επιπέδων». Στην
αλληλογραφία βρίσκεται η θεωρία του για τις παλίρροιες, ο νόμος της ελεύθερης
επιταχυνόμενης ευθύγραμμης κίνησης (1604) και το τηλεσκόπιό του (1609). Το 1610
δημοσίευσε στα λατινικά το Siderus Nuncius
(Αγγελιοφόρος των Άστρων), όπου αναφέρθηκε στην απεραντοσύνη του γαλαξία,
που παρατήρησε ότι απαρτιζόταν από μυριάδες άστρα και στην
ανακάλυψη των δορυφόρων του Δία. Το Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, έστειλε στην
Πράγα την ανακάλυψη των φάσεων της Αφροδίτης με μορφή αναγράμματος.
To 1611 συνέθεσε πίνακες για
τη κίνηση των δορυφόρων και έδωσε διαλέξεις για τις ηλιακές κηλίδες, τις οποίες
παρατήρησε με το τηλεσκόπιο. Ο Γαλιλαίος εξέδωσε τις Τρεις επιστολές για τις ηλιακές κηλίδες στη Ρώμη. Τον Ιούνιο του
ίδιου χρόνου, ο Γαλιλαίος παρατηρώντας ένα κομμάτι πάγου αρχικά βυθισμένου στο
νερό που κατόπιν υπερνικούσε την αντίσταση και επέπλεε, αποκάλεσε τον πάγο
«αραιωμένο υγρό». Αργότερα, παρατηρώντας εβένινες φλούδες και σφαίρες στο νερό
μετέτρεψε την άποψή του για την υδροστατική στην πραγματεία του για τα
επιπλέοντα σώματα. Το 1623 εξέδωσε στα
ιταλικά το Ιl Saggiatore (Ο δοκιμαστής), όπου
αναφέρει πως είχε παρατηρήσει τη Σελήνη, είχε μελετήσει τις φάσεις της
Αφροδίτης, είχε ανακαλύψει τους δορυφόρους του Δία (Sidera Medicea, Άστρα των Μεδίκων),
τους απλανείς αστέρες του Γαλαξία, τις ηλιακές κηλίδες και τους δακτύλιους του
Κρόνου. Το 1632 δημοσίευσε το Dialogue Concerning the Two Chief World Systems όπου υπερασπίστηκε το κοπερνίκειο έναντι του
αριστοτέλειου-πτολεμαϊκού συστήματος.
Τέλος, το 1638
δηµοσίευσε το σηµαντικότερο –για ορισμένους- βιβλίο του για την κίνηση και τα
µαθηµατικά «Discorsi e dimostrazioni matematiche intorno a due nuove scienze attenenti alla mecanica» (Διάλογος για τα δύο κύρια κοσμικά συστήματα),
όπου υποστήριξε ανοιχτά τον Κοπέρνικο, καταφέρθηκε κατά της αισθητηριακής και
χωρίς απόδειξη εμπειρίας του Αριστοτέλη, και υπερασπίστηκε την ωφέλεια της
φιλοσοφίας από την αμφισβήτηση και την εμπειρική πρακτική. Το βιβλίο
περιλήφθηκε στο Ιndex της
Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας.
Τα δύο πειράματα του Γαλιλαίου που
αμφισβητήθηκαν περισσότερο ήταν η ταυτόχρονη ρίψη δύο αντικείµενων διαφορετικού
βάρους από τον Κεκλιμένο Πύργο της Πίζας και οι ταλαντώσεις του πολυελαίου στον
Καθεδρικό ναό της Πίζας, όπου ανακάλυψε τη θεωρία του εκκρεμούς. Στην πρώτη περίπτωση, βέβαια, και
προκειµένου να αποδειχτεί το αβάσιμο του Αριστοτέλη ότι τα σώµατα πέφτουν µε
ταχύτητα ανάλογη µε το βάρος τους, έφτασε στο λανθασμένο συµπέρασµα ότι τα
σώµατα επιταχύνονται µε ίδιο τρόπο στην ελεύθερη πτώση ανεξαρτήτως του υλικού
από το οποίο είναι κατασκευασµένα. Ωστόσο, παραμένει το πιο διάσηµο πείραµα της
Επιστηµονικής Επανάστασης. Ο ίδιος ο Herbert Butterfield πιστεύει ότι το
πείραµα δεν έλαβε ποτέ χώρα. Ο πιο
έγκριτος µελετητής του Γαλιλαίου, ο Stillman Drake, παραδέχεται ότι «οι ιστορικοί έχουν γενικά αµφισβητήσει την
ιστορία για τον Γαλιλαίο και τον Κεκλιµένο Πύργο της Πίζας». Δίνοντας την
ουσιαστική διάσταση του θέματος, ο Μιχάλης Ασημακόπουλος παραδέχεται ότι «το πείραμα του Γαλιλαίου ποτέ δεν αφορά την
πραγματική κατάσταση». Το σηµαντικό και καινοτόµο στοιχείο είναι ότι ο
Γαλιλαίος µε τις µελέτες του και τα πειράµατά του, νοητικά και µη, εισαγάγει
µία νέα µέθοδο προσέγγισης της φύσης που χαρακτηρίζει τη νέα επιστήμη, κατά τον
Richard Westfall.
Ο Γαλιλαίος υπερασπίστηκε σθεναρά την
εμπειρία στην επιστήμη.
Το 1592 διατύπωσε την αρχή της αδράνειας
από την έδρα των μαθηματικών στην Πάδουα. Ο Γαλιλαίος, ωστόσο, δεν ασχολήθηκε
µόνο µε τις βασικές αρχές της μηχανικής (π.χ. ασχολήθηκε µε το κενό) και την «εφαρμογή των μαθηματικών εννοιών σε
εποπτικά φαινόμενα», τη φυσική και την αστρονομία.
Τα μαθηματικά στο έργο του Γαλιλαίου
Οι φράσεις του Γαλιλαίου «το Βιβλίο
της Φύσης είναι γραµµένο µε µαθηµατικούς χαρακτήρες» και «η φύση εξηγείται µαθηµατικά», είναι
ενδεικτικές της μαθηματικής σκέψης του. Μερικοί εντάσσουν την εµµονή του
Γαλιλαίου µε την αυστηρή µέτρηση και τον εξαντλητικό υπολογισµό στο γενικότερο
πλαίσιο της εποχής και την αναβίωση της πυθαγόρειας παράδοσης, της τάσης δηλ.
εξήγησης των φαινοµένων µε εκτέλεση µαθηµατικών πράξεων και θεωριών, που είχαν
τη βάση τους στην πλατωνική και πυθαγόρεια παράδοση. Η τάση αυτή ονομάστηκε νεοπυθαγόρεια ή νεοπλατωνισµός. Κατά τον Drake, σημαντική επιρροή προς την κατεύθυνση αυτή, δέχτηκε ο
Γαλιλαίος από τον μουσικό πατέρα του, ο οποίος είχε πειραματιστεί με τα μαθηματικά
για επίλυση μουσικών ζητημάτων. Ο Γαλιλαίος προσπαθούσε να εξηγήσει τα φυσικά
φαινόµενα µέσω των µαθηµατικών υπολογισµών και της εκτέλεσης πειραµάτων.
Ωστόσο, προχώρησε ένα βήµα παραπέρα: προσπάθησε να οδηγήσει τις εξηγήσεις σε
αφαιρέσεις µαθηµατικού τύπου, ώστε και να χρησιµοποιεί στα πειράµατά του µόνο
τις απαραίτητες βοηθητικές συνθήκες, αλλά και να επιτυγχάνεται η µελέτη του υπό
παρατήρηση φαινοµένου στα πιο απλά χαρακτηριστικά του.
Η επίδραση
των θέσεων αυτών στις μεταγενέστερες επιστηµονικές πρακτικές γίνεται
κατανοητή. Ωστόσο, η χρήση και µόνο των
µαθηµατικών σαν µέσο προσέγγισης των φυσικών φαινοµένων συνέβαινε από την
Αρχαιότητα και δεν είναι αποτέλεσµα της Επιστηµονικής Επανάστασης, όπως εύστοχα
επισημαίνει ο Κώστας Γαβρόγλου. Ο
συνδυασμός της ακριβής παρατήρησης των
φαινοµένων και στη συνέχεια η πειραµατική επαλήθευσή τους χαρακτηρίζει
κυρίως το επιστημονικό έργο του Γαλιλαίου. Αυτό που σήμερα θεωρείται δεδομένο,
400 χρόνια πριν ήταν κάτι το καινοτόµο. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Μιχάλης
Ασημακόπουλος, «ο Γαλιλαίος γίνεται και
πειστικά η εμβληματική φιγούρα της νέας επιστήμης».
Δηλαδή, η επιστημονική και φιλοσοφική
επανάσταση του Γαλιλαίου έγκειται στο ότι η παρατήρηση δεν αρκούσε για να σωθούν απλά και µόνο τα φαινόµενα,
είτε φιλοσοφικώς, είτε θεολογικώς. Η
καθαρά επιστημονική δραστηριότητα του Γαλιλαίου υπήρξε συνεπής ως προς τις
συνειστώσες που ο ίδιος είχε θέσει (παρατήρηση, μαθηματικά, πείραμα) και ήταν
ανεξάρτητη από τη φιλοσοφική και θρησκευτική ιδιότητά του. Όπως, άλλωστε,
διαβάζουμε στο Reader’s Adviser, «η εγκυρότητα του Γαλιλαίου ως φιλοσόφου έγκειται στην κατηγορηματική
του υπεράσπιση της αυτονομίας της επιστημονικής έρευνας από τη φιλοσοφική και
θεολογική αυθεντία και την πεποίθησή του ότι οι μαθηματικές αποδείξεις μπορούν
και πρέπει να αναζητούνται στη φυσική επιστήμη, ότι τα επίγεια και ουράνια
φαινόμενα μπορούν να στηρίζονται σε επιστημονικούς νόμους και ότι οι
επιστημονικές εξηγήσεις δεν μπορούν να διαχωρίζονται από την άμεση εμπειρική
παρατήρηση των φαινομένων (μετάφραση της γράφοντος).
Ανατοµία: Πείραµα και Μαθηµατικά
Οι φυσικές επιστήµες δεν ήταν τα µόνα γνωστικά πεδία στα οποία βρήκαν
εφαρµογή τα µαθηµατικά και το πείραµα. Η επιστήμη της ιατρικής, και ιδιαίτερα η
ανατομία, επηρεάστηκε από τον Ουμανισμό αλλά και τις νέες µεθόδους. Η ανάπτυξη της ξυλογραφίας, που απέδιδε με
ακρίβεια τις επιστημονικές παρατηρήσεις, συνέβαλε στη δίψα για ανατομικές
γνώσεις. O Debus
μιλά για «ιατρικό ουμανισμό» που «έμελλε να οδηγήσει στη συντριβή της
αυθεντίας των αρχαίων».
Κατά το Μεσαίωνα δεν επιτρεπόταν ανατομίες
ανθρωπίνων σωμάτων, ενώ τις κάθε είδους εγχειρήσεις επιµελούνταν κουρείς και
σφαγείς ζώων, αφού θεωρούνταν κατώτερες από µία αµιγώς ιατρική διάγνωση. Η
επίδραση του μυστικισμού, των επικρατουσών θεολογικών προκαταλήψεων και της
μεσαιωνικής μαγείας είχαν εμφανώς επηρεάσει αυτή την κατεύθυνση. Στην Ανατοµία, δύο είναι τα χρονικά
όρια-σταθμοί: η δηµοσίευση του έργου του Vesalius
«Περί της λειτουργίας του ανθρώπινου σώµατος»,
1543,
έως την κυκλοφορία του βιβλίου
του William Harvey «Περί της κινήσεως της
καρδιάς», 1628. Οι ανατομικές θέσεις
του Γαληνού ήταν παρωχηµένες, διότι είχαν συντελεστεί σε ζώα. Ο Βεζάλιους
πίστευε ότι έπρεπε να υπερκεραστεί. Η τελική αναθεώρηση της γαληνικής ανατοµίας
και φυσιολογίας είχε καθυστερήσει πολλούς αιώνες. Ίσως γιατί ο Γαληνός ήταν η
τελευταία µεγάλη µορφή της αρχαιότητας, κατά τον Debus.
Ο Vesalius παρατήρησε γρήγορα πολλά
λάθη αναφορικά µε την ακριβή θέση πολλών ανθρωπίνων µερών του σώµατος και
έσπευσε να τα επισηµάνει. Η αλήθεια είναι ότι ο Vesalius υπήρξε αρκετά
συντηρητικός στις απόψεις του και έµεινε προσκολληµένος στην παράδοση του
Γαληνού σε αρκετά σηµεία. Ωστόσο, το έργο του σηµείωσε επιτυχία και ήταν από τα
πρώτα που χρησιµοποίησαν πειραµατικές
µεθόδους –πρώτα ανατέµνοντας ζώα,
στη συνέχεια ανθρώπινα πτώµατα- και µελετώντας προσεκτικά το σώµα µε τα όργανά
του, χωρίς την επίκληση κάποιας αυθεντίας. Η
κορύφωση του συνδυασµού των µαθηµατικών και του πειράµατος αναφορικά µε τις
ανατοµικές µελέτες ήρθε όµως µε το έργο του William Harvey,
William Harvey, |
ο οποίος µελέτησε την καρδιά και
την κυκλοφορία του αίµατος σε άµεση συσχέτιση µε τη φλεβική και την αρτηριακή
λειτουργία. Το παρακάτω απόσπασµα είναι χαρακτηριστικό της επιµονής του Harvey
να αποδείξει την ορθή δοµή του σώµατος κάνοντας
χρήση μετρήσεων και πειράµατος μελετώντας τη φλεβική λειτουργία των
καρδιακών βαλβίδων. «Υποθέτοντας ότι η
αριστερή κοιλία χωρούσε µόνο δύο ουγγιές αίµα και ότι ο σφυγµός χτυπά 72 φορές
το λεπτό, τότε σε µία ώρα η αριστερή κοιλιά θα προωθούσε στην αορτή περίπου 540
λίµπρες αίµατος» (Α. Debus).
Σηµαντικό χτύπηµα στο Γαληνό κατάφερε ο
Ελβετός μυστικιστής Παράκελσος, ο οποίος θεωρούσε ότι «τα βιβλία έπρεπε να απορριφθούν και ο νέος γιατρός να επιστρέψει στο
βιβλίο της φύσης», όπως σημειώνει ο Ε. Ackerknecht στην Ιστορία της Ιατρικής, σελ. 134. Αν και
αντιφατική προσωπικότητα, συνεισέφερε μία νέα προσέγγιση στην ανατοµία. Επίσης, στην ανάπτυξη των ανατοµικών
µελετών συνέβαλε η επέµβαση σε τραύµατα που είχαν προκύψει από στρατιωτική
µάχη. Η χρήση του πειράµατος ήταν και εδώ πολύ σηµαντική. Ο Γαλιλαίος έχοντας
διδάξει μαθηματικά σε στρατιωτικούς είχε επίσης εφιστήσει την προσοχή στην
αναγκαιότητα της παρατήρησης και του πειράματος. H πρόοδος στην
ανατομία συνέβαλε στην καταπολέμηση των ασθενειών και των επιδημιών.
Επίλογος
Η παρούσα εργασία προσπάθησε να
παρουσιάσει ορισµένες πτυχές δύο σηµαντικών συνιστωσών που συνετέλεσαν στο να
διαµορφωθεί ένα νέο κλίµα και να τεθούν οι βάσεις της νεώτερης επιστήµης. Τα
µαθηµατικά και το πείραµα, μαζί με άλλους παράγοντες που ανέφερα στην εισαγωγή,
στοιχειοθέτησαν αυτό που σήµερα ονοµάζουµε Επιστηµονική Επανάσταση.
Σίγουρα ο Γαλιλαίος ήταν µία από τις
σηµαντικότερες µορφές εκείνης της περιόδου και οι µελέτες του στις λεγόµενες
φυσικές επιστήµες ήταν πρωτοποριακές και ρηξικέλευθες για τα δεδοµένα της
εποχής. Και θα πρέπει να ήταν, πράγµατι, οδυνηρό για εκείνον να ακούσει την
καταδίκη του σε κατ’ οίκον περιορισµό λόγω προσβολής των Θείων παραδόσεων και
Γραφών το 1616. Ο άνθρωπος που τόσο πολύ προήγαγε την επιστηµονική πρακτική,
ήταν πάνω από όλα ένας πιστός καθολικός και απέδειξε ότι τα δύο αυτά µπορούν να
συνυπάρξουν στη σκέψη ενός επιστήµονα και ότι δεν είναι απαραίτητα αντιθετικοί. Ο Drake σημειώνει ότι «κάποτε έγραψε,
ευρισκόµενος σχεδόν σε απόγνωση, ότι µερικές φορές αισθανόταν σαν να έκαιγε όλο
το έργο του στην επιστήµη, όµως ποτέ δεν σκέφθηκε στα σοβαρά να στρέψει τα νώτα
του στην πίστη του». Υποστήριξε τον εαυτό του σθεναρά στο διάσημο Γράμμα στη Μεγάλη Δούκισσα Χριστίνα
(1615), υπερασπίζοντας την ανεξαρτησία της επιστημονικής έρευνας από
θεολογικούς δεσμούς.
Άλλωστε, η κληρονοµιά που άφησε ήταν
τεράστια και η µεθοδολογία της νεώτερης επιστήµης που βασιζόταν στα µαθηµατικά
και το πείραµα, µεταξύ άλλων, βρήκαν εφαρµογή στις νεοσύστατες κατά τον 17ο
αιώνα Ακαδηµίες των Επιστηµών που ιδρύθηκαν σε όλη την Ευρώπη. Ο Γαλιλαίος,
αλλά και όλοι οι σπουδαίοι ανατόµοι και µελετητές της φυσιολογίας, όπως ο
Vessalius, ο Harvey, ο Παράκελσος κ.α, διόρθωσαν πολλά από τα κακώς κείµενα και
βοήθησαν και αυτοί σε αυτό που αργότερα ο Max Weber ονόµασε «αποµάγευση του κόσµου». Η προσήλωση στην
παρατήρηση, στο πείραµα και την αυστηρή μέτρηση ήταν πλέον τα νέα
χαρακτηριστικά της επιστήµης. «Provando e riprovando» (Δοκιμάζοντας και
ξαναδοκιμάζοντας) ήταν το κέλευσμα της επιστημονικής πρακτικής, όπως
αναγράφεται σε προτομή του Γαλιλαίου που βρίσκεται στην Ακαδημία Πειράματος της
Φλωρεντίας.
Μετά την απίστευτη απήχηση που είχε η πρώτη εργασία της κ. Γεωργίας Γιαννακάρου στο περιοδικό μας "Bacon & Newton: πως συγκροτείται το νέο ιδεώδες της επιστημονικής μελέτης της φύσης" δημοσιεύουμε σήμερα και την παραπάνω εργασία της και είμαστε βέβαιοι ότι θα έχει την ίδια απήχηση.
Την ευχαριστούμε