ΔΙΣΤΟΜΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 1944 –ΔΙΣΤΟΜΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2016 (Γράφει ο Δημοσιογράφος Δημήτρης Ζάχος)
«Το χώμα του Διστόμου σαν πατώ
Και τον απόηχο εξήντα τόσων χρόνων πιάνω,
Βλέπω… ο χρόνος είναι μόνο μια σταλιά, και εγώ,
Ονειροπόλος αλλά σχεδόν ανέλπιδος ταξιδευτής
Της δύσκολης αυτής εποχής,
που πάει να γίνει της φύσης ο δεινός πελεκητής,
πως είμαι η πιο μικρή-μικρή σταλιά αυτού του χρόνου»…
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΖΑΧΟΣ
Βρέθηκα στο Δίστομο με την ευκαιρία της επετείου της ενθύμησης
και απόδοσης τιμής στους
σφαγιασθέντες συμπατριώτες μας από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής στις 10
Ιουνίου του 1944. Για μένα δεν είναι ένα τυπικό χρέος που κάθε φορά που μπορώ
παρευρίσκομαι και επιτελώ. Η ιστορική
μνήμη δεν πρέπει να σβήνει αλλά να είναι οδηγός για στέρεα βήματα στο μέλλον.
Το Μνημόσυνο για τους νεκρούς μας, είναι άμεσα συνδεδεμένο με την
θλίψη και τον απέραντο πόνο που προκαλεί η ανάμνηση του αποτρόπαιου αυτού
γεγονότος. Η αποφράδα και ζοφερή αυτή μέρα αποτελεί ορόσημο για την ιστορία του
τόπου μας. Όλα τα γεγονότα, οι ενέργειες, οι πράξεις, οριοθετούνται πριν ή μετά
την Σφαγή για τους κατοίκους της μικρής κωμόπολης. Και πώς να γίνει
αλλιώς αφού, όπως είπε και στον Λόγο της απελευθέρωσης τον Οκτώβριο του 1944 ο
Γέρος της Δημοκρατίας, ο Γεώργιος Παπανδρέου, οι ναζιστές:
«αφού εβεβήλωσαν, εβίασαν, έσφαξαν, λεηλάτησαν, αποχώρησαν
ηττημένοι, αφήνοντας πίσω τους συντρίμμια, τραύματα ψυχικά και σωματικά.»
Όλα αυτά βίωσαν στον μέγιστο βαθμό οι συμπατριώτες μας. Μια ματιά στα ονόματα
που αναγράφονται στις επιτύμβιες στήλες του Μαυσωλείου και στις ηλικίες των
θυμάτων, αρκεί για να νιώσει κανείς το μέγεθος του ολέθρου και της καταστροφής.
Ολόκληρες οικογένειες ξεκληρίστηκαν διαβάζουμε είκοσι,τριάντα ονόματα από
την ίδια οικογένεια, είκοσι από την οικογένεια Σφουντούρη, δεκαπέντε από την
οικογένεια Κουτριάρη και ο θρήνος δεν έχει τελειωμό. Όταν δε αντικρίζουμε τις
ηλικίες των θυμάτων, βρέφη δύο μηνών, παιδιά πέντε και δέκα ετών, νέοι, γέροι
ογδόντα χρονών και παραπάνω, με μεγάλη δυσκολία συγκρατεί κανείς τα δάκρυά του.
Κανένας επισκέπτης δεν μπορεί να μην συγκινηθεί
και να μην νιώσει θλίψη.
Πώς μπόρεσε να
κυριαρχήσει το άδικο και να προκαλέσει τόσο πόνο; Υπάρχει περίπτωση αυτοί οι
νεκροί και οι επιζώντες να γευτούν τους καρπούς της ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ; Μήπως δεν το
αξίζουν; Προσέφυγαν στην τυφλή Θεά της Δικαιοσύνης και προσδοκούν την ιστορική
στιγμή που εκείνη θα σταματήσει να «μένει αδικαίωτη». Έδωσαν
διεθνώς, το παράδειγμα της δικαστικής διεκδίκησης και δημιούργησαν αργά
και σταθερά, διεθνή νομολογία με κέντρο τον Άνθρωπο.
Συνεχίζουν να διεκδικούν, κωφεύοντας στα σκληρά λόγια μιας επίσημης
Γερμανίας που θεωρεί το θέμα «νομικά και πολιτικά λήξαν». Αναμφίβολα η
ηθική αποκατάσταση και η επικράτηση του Κράτους Δικαίου είναι η αποζημίωσή
τους.
Ενώ οι θηριωδίες του Β´ παγκοσμίου πολέμου και τα νοσηρά
ιδεολογήματα του φασισμού και του ναζισμού που αιματοκύλησαν τον κόσμο θα
έπρεπε να μας κάνουν να θέλουμε να ζούμε σε έναν ειρηνικό και γεμάτο ευτυχία
κόσμο, σήμερα, που η επιστήμη με την ιλιγγιώδη ανάπτυξή της μας προσφέρει αυτή
την δυνατότητα απλόχερα, δυστυχώς οι πόλεμοι, οι αιματοχυσίες και ο φανατισμός
είναι αυτά που κυριαρχούν.
Αν, πραγματικά, θέλουμε να ζήσουμε ειρηνικά και να υπάρξει
πραγματική ευημερία, θα πρέπει να αγωνιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις έχοντας
ως μοναδικό οδηγό και στόχο τον «Ήλιο της Δικαιοσύνης»· να λύσουμε τα
προβλήματα του παρελθόντος με βάση τους κανόνες του ΔΙΚΑΙΟΥ και τότε μπορούμε
πια, όλοι μαζί, να συνυπάρξουμε σε μια κοινή πορεία που θα αναδεικνύει
τον άνθρωπο ως υπέρτατη αξία.
«Το Δίστομο και οι άλλες μαρτυρικές πόλεις, τόνισε στον επετειακό
λόγο του ο Δήμαρχος κ. Ιωάννης Γεωργάκος, υψώνονται ως σύμβολα ζωντανής
ιστορικής μνήμης που δεν λησμονούν το παρελθόν τους γιατί όποιος δεν παραδειγματίζεται
από αυτό είναι υποχρεωμένος να το ξαναζήσει με σκληρότερο, όμως, τρόπο, αλλά
και ως σύμβολο ελπίδας και θέλησης να συνεχιστεί η ζωή με την αξιοπρέπεια που
αρμόζει στον άνθρωπο. Στον άνθρωπο που αγωνίζεται και δημιουργεί και
εξελίσσεται αξιοποιώντας το μεγαλύτερο και ισχυρότερο όπλο που διαθέτει: την
λογική. Αυτό το όπλο όταν το χρησιμοποιεί σωστά μεγαλουργεί και προκόβει. Το
μήνυμα αυτό χρειάζεται να ενστερνιστούμε και να κρατήσουμε από την ημέρα αυτή
και να θελήσουμε όλοι μας να το κάνουμε πράξη και όχι να μένουμε σε κούφια
λόγια χωρίς περιεχόμενο.
Τότε και μόνον τότε το Πένθος γι ´ αυτούς τους νεκρούς θα έχει νόημα
και η Μνήμη του παρελθόντος θα έχει αξιοποιηθεί
σωστά για να μετατρέψει την Ελπίδα για ζωή σε ζωντανή πράξη ελευθερίας και
δημοκρατίας.»
Κλείνοντας θέλω να πω πως ποτέ μα ποτέ δεν πρέπει να ξεχνούμε. Να μην
επιτρέψουμε την λήθη, την αργυρόσκονη αυτή του φεγγαριού απαλά και αθώα δήθεν
στην αρχή, αβίαστα και ύπουλα κατόπιν, να σκεπάζει, να θαμπώνει και να φεύγουν
χρώματα, φωνές, εικόνες, ιδέες και υποχρεώσεις, να θρυψαλιάζονται, να θάβονται…
Δημήτρης Ζάχος