Σαν σήμερα έφυγε ο Μάνος Χατζιδάκις.
Του εκλεκτού συγγραφέα Δημήτρη Χίλιου
Η μουσική του με συντρόφεψε ώρες ατελείωτες.
Δεν θα αναμασήσω αυτά που γράφτηκαν εδώ σήμερα, όλα πολύ καλά και μαζί πολύ λίγα για να φιλοτεχνήσουν το ταλέντο του το μοναδικό.
Κάποιες στιγμές μόνο θα αναφέρω.
Την μέρα που έφευγε, Ιούνιος του '94 ήμουν στον Ευαγγελισμό γιατί είχε χειρουργηθεί ο πατέρας μου.
Ήρθε το ασθενοφόρο, διέρρευσε το ποιόν μετέφερε. Γύρω σιωπή, ούτε μουσικές εξαίσιες, ούτε θίασοι βγήκαν στη σκηνή να υποκλιθούν. Όλο το βράδυ σφύριζα ένα μοτίβο της Οδού ονείρων.
Θυμήθηκα την Πρωτομαγιά του '85. Ήμουν εκδρομή στην Αίγινα, βγαίνοντας από το καράβι πήρα το πρώτο τεύχος του περιοδικού του. Το Τέταρτο.
Την άλλη μέρα το είχα πάνω στο έδρανο στη σχολή Δημοσιογραφίας κι ο δάσκαλός μου ο Κώστας Γεωργουσόπουλος είπε πως το εξώφυλλο δεν του άρεσε. Ξέρετε, εκείνο με το βαμμένο πρόσωπο του παιδιού και την ελληνική σημαία.
Την προηγούμενη χρονιά, καλοκαίρι του '85, ο Χατζηδάκις έδινε συναυλία στην γιορτή της σταφίδας, λαϊκό πανηγύρι, κάπου στην Ηλεία. Με τους δικούς του όρους. 10.000 εισιτήρια. Παρουσίασε τον κύκλο "Για την Ελένη" με την Μ. Δημητριάδη και μια σειρά τραγουδιών από την "Λαϊκή αγορά". Όσο διαρκούσε η συναυλία μήτε μπύρες, μήτε γουρουνοπούλες, μήτε φαγώσιμο τίποτα. Γκρίνια οι μικροπωλητές απερίγραπτη, με το ζόρι τους κρατούσαν οι οργανωτές. Είχε απειλήσει πως θα διακόψει και θα φύγει.
Όταν τελείωσε η συναυλία, τρέξαμε πίσω από την σκηνή να τον δούμε, πρώτος εγώ και πίσω η παρέα μου, ήθελαν δεν ήθελαν. Τοπίο βουκολικό, νύχτα, κακοφωτισμένο. Ήταν να περάσει ένα μικρό χαντάκι, του έδωσα το χέρι μου για βοήθεια, το έπιασε. Τότε του είπα Σας αγαπάμε πάντα κύριε Χατζηδάκι. Κι εγώ σας αγαπώ μου είπε.
Το καλοκαίρι του 1988 τον ξαναείδα σε κείνη την μυθική συναυλία στο Παναθηναϊκό στάδιο, μαζί με τον Σταύρο Ξαρχάκο και με τον Μίκη Θεοδωράκη. 30 χρόνια μετά ξανατραγούδησε με την Νάνα Μούσχουρη. 'Ηταν τότε που ξιφούλκησε σε υπέροχα ελληνικά έναν φιλιππικό κατά της Αυριανής και του Πασόκ. Τον ξαναλατρέψαμε.
Μετά τον είδα να διευθύνει δυο φορές σε μικρές συναυλίες στην Εθνική Πινακοθήκη.
'Εχω ακούσει διάφορες ιστορίες για το πόσο εύκολα έγραφε μουσική για τον κινηματογράφο. Για το πόσο εύκολα θύμωνε και για το πόσο εύκολα του περνούσε. Για το,πώς επέλεγε τους συνεργάτες του. Για τους καυγάδες του στο τρίτο πρόγραμμα της ραδιοφωνίας, ένα πρόγραμμα-σχολείο. Για τη φιλία του με τον Καραμανλή, την φιλία του με τον Γκάτσο, την φιλία του με την Μελίνα, την φιλία του με τον Μίκη. Με τους δυο τελευταίους πάντα μάλωνε, τους κράταγε μούτρα και λίγο μετά φίλιωνε γιατί τους λάτρευε και γιατί τους ένωναν οι κοινές αγάπες.
Τα τεύχη του Τέταρτου τα χάρισα πριν από κάποια μετακόμιση. Η αισθητική του όμως και ο λόγος του παραμένουν σημείο αναφοράς.
Κι ύστερα είναι η μουσική του. Η θεία, η τρυφερή, η παρηγορητική και η μεγαλειώδης.
Αυτή που με συντροφεύει τις μοναχικές ώρες.