(Επειδή σήμερα είναι "Η ημέρα του Δασκάλου"και με την ευκαιρία του ανοίγματος των σχολείων ο Μοναδικός Κώστας Μπιλίρης μας γυρίζει στα παιδικά μας χρόνια, κοντά στους δασκάλους μας, (εμάς τους μεγαλύτερους), μας καθίζει ξανά στα θρανία, μας κάνει νιούς και το ...μάθημα αρχίζει!!! απολαύστετον...)
ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ... ΠΑΙΔΕΜΑ του Κώστα Μπιλίρη
Γεια σου σχολείο μου, κυψέλη της νιότης μου. Γεια σας παλιοί συμμαθητές και συμμαθητριούλες. Μελισσολόι των παιδικών μου χρόνων.Γεια σας κύριοι δάσκαλοι. Με το αυστηρό σας βλέμμα και τη βέργα συνετισμού, εξάρτημα
απαραίτητο στα χέρια σας, ή στη μασχάλη σας. Θα την έλεγα συμπλήρωμα του είναι
σας. Σκήπτρο της εξουσίας
σας, το άλλο «Εγώ» του εαυτού σας. Από μερικούς
φάγαμε ξύλο πολύ. Και άδικα των αδίκων.
Έτσι, γιατί θέλατε. Επειδή έτσι σας ήρθε. Κυρίως ταυτίσατε
την αποστολή σας με τη σκληρότητα.
Μας βλέπατε σαν σφαλιαροσυλλέκτες. Σαν όρθιους ασκούς, προσφερόμενους για εξάσκηση στην πυγμαχία.
Ειδικά εμείς οι ορφανοί που δεν είχαμε προστάτη να διαμαρτυρηθεί, γινόμασταν ακτές να ξεσπάσει πάνω μας το μανιασμένο κύμα της οργής σας. Τι λύσσα ήταν αυτή!
Δεν αφήνατε ευκαιρία να μην αποδείξετε πως το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο. Αμφιβάλλω αν βρέθηκε
ποτέ ένας υπεύθυνος παιδαγωγός, να υποδείξει
τη βία, προέκταση απαραίτητη του εκπαιδευτικού προγράμματος.
Μερικοί ίσως καλυφθήκατε με το ρητό «ον αγαπά Κύριος παιδεύει».
Πόσο κύριος είναι
αυτός που μελανιάζει το κορμί των παιδιών
του;
Αδύνατο να
συλλάβει στο μυαλό του ο σημερινός μαθητής, το όργιο του
ξυλοδαρμού, το αίσχος της βίας και την εκφρασμένη σκληρότητα, που εκπροσωπούσαν μερικοί δάσκαλοι
και εκπαιδευτικοί βασανιστές. Μερικοί παράτησαν το σχολείο,
μη ανεχόμενοι τον εξευτελισμό.
Μάθαμε λέει γράμματα. Όχι. Μάθαμε τι σημαίνει σχολικός γκεσταμπιτισμός. Γράμματα θα μαθαίναμε
περισσότερα, αν κάποιοι
σκληροτράχηλοι και κομπλεξικοί, έδερναν λιγότερο.
Και θα παίρναμε καλύτερη αγωγή, αν κάποιοι
δάσκαλοι, δε μας κούρευαν
εξευτελιστικά με την «ψιλή» και δεν μας έστηναν δυο ώρες στο ένα πόδι για τιμωρία. Ούτε πελαργοί να είμαστε.
Και δε νοιάστηκαν κατά πόσο φυτεύουν την εχθρότητα για
το σχολείο
και την εκπαίδευση,
στη διάθεση των παιδιών!
Ούτε σκέφτηκαν πως αυτούς τους κακοποιημένους μαθητές, θα τους συναντήσουν κάποτε μεγάλους και ίσως εκείνοι αποφύγουν να τους μιλήσουν.
Θητεία χρόνων ικανών, υπηρέτησε στο
χωριό μου κάποιος δάσκαλος ονόματι Λάμπρος Φαρδής, που μερικοί
τον είχαν σε εκτίμηση.
Για να πούμε την αλήθεια, διέθετε το προσόν της μεταδοτικότητας. Δεν τον αμφισβητούσες σαν εκπαιδευτικό, ούτε σαν άτομο σοβαρό. Είχε την
αξιοπρέπειά του, τις αρχές και πεποιθήσεις του, που δεν τις παραβίαζε.
Πίστευε όμως στην ηθική της βέργας και της σφαλιάρας.
Τη «βίτσα» δεν την αποχωρίζονταν ποτέ. Ούτε στη βόλτα που έκανε-συνήθως μόνος του- ούτε όταν πήγαινε στην εκκλησία. Ίσως δεν έπρεπε να λέγεται Φαρδής, αλλά Βεργής ή Βίτσας, ή Λουράτος.
Έστω Σφαλιάρας.
Εμένα με είχε πάρει από κακό μάτι. Δεν έχανε ευκαιρία να μη με χειροτονήσει. Ίσως επειδή μια φορά, εντελώς άδικα, τον κακολόγησε η γιαγιά μου η Βούκαινα
με τα γεροντίστικα μυαλά της. Και κείνος δεν το ξεπέρασε.
Από το βυθό της μνήμης θ’ ανασύρω ένα περιστατικό, αποδεικτικό των όσων καταγγέλλω.
Άκουσα μια μέρα σε μια συζήτηση που γίνονταν
στο καφενείο, ν’ αναφέρονται οι Αρματολοί και οι Κλέφτες.
Η φράση μου άρεσε. Καταγράφτηκε στο μυαλό μου θετικά. Και την άλλη μέρα όταν απόλυσε το σχολείο,
μου ήρθε και φώναξα δυνατά,
παρατονίζοντας μάλιστα και την πρώτη λέξη «άρμα-τολοί και κλέφτες».
Ένας μικρότερος μαθητής που τον κοίταξα
την ώρα κείνη, νομίζοντας πως λέω κάτι προσβλητικό εναντίον του, άρχισε να διαμαρτύρεται. Εγώ όσο τον βλέπω να θυμώνει, τόσο και πιο πολύ φωνάζω,
λες και ανακάλυψα ένα σπουδαίο σύνθημα.
Την άλλη μέρα πάει και αναφέρει
στο δάσκαλο, πως τον κορόιδευα.
Δε χάνει χρόνο ο Φαρδής
και με ξυλοφορτώνει.
Όταν τελείωσε το μάθημα και
ξεμακρύναμε από το σχολείο,
πάλι «αρματολοί και κλέφτες»
εγώ για να βγάλω και το άχτι μου.
Την άλλη μέρα νέα διαμαρτυρία και νέος ξυλοδαρμός. Η εικόνα επαναλαμβάνεται και τρίτη και τέταρτη μέρα.
Όμως αυτή τη φορά ο συμμαθητής και φίλος μου Γιάννης Βαβούρας, παρεμβαίνει και λέει στο δάσκαλο, πως ο άλλος αραδιάζει ψέματα.
Όμως αυτή τη φορά ο συμμαθητής και φίλος μου Γιάννης Βαβούρας, παρεμβαίνει και λέει στο δάσκαλο, πως ο άλλος αραδιάζει ψέματα.
Ο Φαρδής,
νομίζοντας πως ο Βαβούρας θέλει να μου προσφέρει φιλική υποστήριξη, αρχίζει κι αυτόν στο ξύλο.
Ο Βαβούρας
επιμένει διαμαρτυρόμενος έντονα. – Ψέματα
λέει κύριε. Δεν τον κορόιδεψε. Του λέει μόνο «αρματολοί και κλέφτες».
Ο Φαρδής αιφνιδιάζεται. – Τί είπες πως του λέει;
– «Αρματολοί και κλέφτες».
Ρωτάει τον άλλο που με κάρφωνε.
- Τί σου λέει όταν σε κοροϊδεύει;
– «Αρματολοί και κλέφτες».
Ο Φαρδής κοιτάζει
αμέσως το Βαβούρα
θυμωμένος.
– Εσύ γιατί δεν το είπες νωρίτερα;
Του ρίχνει δυο –
τρεις ανάποδες και απευθύνεται σε μένα.
– Να χαθείς βλάκα, που δε μου εξηγείς
και τρως τόσες μέρες ξύλο.
Και με ξαναρχίζει στα χαστούκια, που δεν του
είχα εξηγήσει
– Πεσ’ μου. Τι ήταν αυτοί που θες να τους λες και να τους ξαναλές;
– Δεν ξέρω κύριε.
– Δεν ξέρεις τι ήταν οι Αρματολοί
και οι Κλέφτες; Εμ καλά κάνω τότε και σε δέρνω.
Άνοιξε τα χέρια σου.
Και πριν προλάβω να του δώσω άλλες εξηγήσεις
με αρχίζει με τη βέργα.
Ήταν εκ πεποιθήσεως δήμιος.
Όμως είχα αποκτήσει το ελεύθερο να φωνάζω. Να φωνάζω
«αρματολοί και κλέφτες» όπου και όποτε
μου 'ρχότανε. Ειδικά οι ρεματιές αναστέναζαν. Βράχνιαζαν ν’ αντιλαλούν «αρματολοί και κλέφτεεεεες».