Εκδιδόμενες και ληξιπρόθεσμες
του Χρυσόστομου Κυριαζόγλου
Μπροστά στον καθρέφτη
δοκιμάζει από πια μεριά θα φαίνεται πιο όμορφη. Οι χιλιετηρίδες είναι μόνο
χρόνια, στο ανάμεσα εξαφανιζόταν πάντα. Διακοσμείται με πάμπολλα μέσα αφού
ξέρει, ότι όταν βγει θα αντιμετωπίσει τα άνεκρα φαντάσματα των προσδοκιών του
φτωχού, του εφοπλιστή, του φοροκλέφτη, του ζητιάνου, του εργάτη, του εμπόρου,
του διαφθορέα, του διεφθαρμένου ή των ομάδων τους από την Κίνα μέχρι την
Αμερική. Η γνώση, ότι μια ευθεία δεν είναι ποτέ απλά μια ευθεία αλλά περίπου
μια ευθεία, την γέμισε ρυτίδες. Οι συμπαίκτριές της είναι, όπως η ίδια, προϊόν
του ληξιπρόθεσμου πολίτη, ληξιπρόθεσμου αφού πάνω από την αρετή έχει βάλει το
πορτοφόλι.
Να λέμε και τις
συγκεκριμένες λέξεις: Δημοκρατία χωρίς δικαιοσύνη, χωρίς ισομεταχείρηση, χωρίς
ελευθερία, χωρίς τα κοσμήματά της.
Δηλαδή χωρίς λαϊκή ισχύ.
Εκατόν πενήντα τέσσερις
στροφές αφιέρωσε για την Ελευθερία ο Εθνικός μας Ποιητής χωρίς να μας την
αναλύσει. Εννοούσε βέβαια την ελευθερία από
κάποιους και όχι την ελευθερία για
κάτι. Το τελευταίο δεν θα συμβιβαζόταν και με το δρομολόγιο της θρησκείας του.
Εκατόν πενήντα τέσσερις στροφές για την Ελευθερία από τους Οσμάνους και την
σκλαβιά στους κοτζαμπάσηδες που είχαν ήδη πουλήσει το πατρικό έδαφος για ξένα
δάνεια. Έτσι η Ελευθερία παραπλάνησε λαούς να την επιθυμούν και να την κυνηγούν,
είτε γιατί την
θεωρούσαν ιδεώδη
κατάσταση είτε γιατί έτσι εξασφάλιζαν τα προς το ζειν. Κι εδώ μπαίνει στο
παιχνίδι η ληξιπρόθεσμη αδελφωσύνη που κι αυτή σταματάει μπροστά στο πορτοφόλι.
Όταν λοιπόν
σιγάσουν τα όπλα και εγκαθίσταται η «ειρήνη
σε ελευθερία», κι όταν μετρηθούν (και τιμηθούν) τα θύματα, κι όταν οι επιζώντες
μαχητές πάρουν ότι νομίζουν ότι τους αρμόζει, όταν λοιπόν ξαναγυρνάμε στην
καθημερινότητα αυτού που λέμε «ζωή», τότε αντιλαμβανόμαστε ότι οι εκδιδόμενες
ληξιπρόθεσμες εξυπηρέτησαν μόνο τους νταβατζήδες τους.