Ένα γλωσσικό ποδόλουτρο
του Κώστα Μπιλίρη
Από
τότε που αναπτύχθηκε το επαγγελματικό ποδόσφαιρο, η ιστορία των λαών γράφεται
με τα πόδια. Οι άνθρωποι για να αναγορευθούν εθνικοί ήρωες, δεν χρειάζεται να
πολεμήσουν, υπέρ βωμών και εστιών. Αλλά υπέρ εστιών των ομάδων τους.
Βεβαίως
τα πόδια εκτός από μπάλα, έχουν παίξει σπουδαίο ρόλο στις σχέσεις, στη ζωή, στη
γλώσσα μας. Θυμηθείτε μερικές ενδείξεις.
Όποιος
σ΄έχει ανάγκη, πέφτει στα πόδια σου. Τι λέει για να σε συγκινήσει; «Πέφτω στα
πόδια σου». Όποιος υπερτερεί έχει το προβάδισμα. Όποιος εξαντλείται οικονομικά,
γονατίζει. Γνωστή και η απειλή. «Θα τον γονατίσω».
Όποιος
σε ακολουθεί, και όποιος σε μιμείται, σε παίρνει κατά πόδας. Στην πατρίδα μου
υπάρχει και μια σχετική κατάρα. «Να γυρίσουν οι φτέρνες σου ανάποδα και αντί να
πηγαίνεις εσύ να έρχεσαι».
Ο
τολμηρός, ο δυνατός, ο θαρραλέος, έχει κότσια. «Το λένε τα κότσια του». (Άλλο
πράγμα ο κοτσονάτος. Προέρχεται από το κοτσάνι).
Ο
ακοινώνητος, ο μη καλλιεργημένος πάει με τα τέσσερα. Ή κοιμάται με τα
τσαρούχια. Ο συμβιβαστικός, ή ο
ενδιαφερόμενος «κάνει το πρώτο βήμα».
Αρκετοί
αναρωτιούνται «ποιο θα είναι το επόμενο βήμα». Πρώτο βήμα για μια ερωτική σχέση
κάνει συνήθως ο άντρας. Όχι επειδή είναι συμβιβαστικός, αλλά βιαστικός.
Ποια
έκφραση χαρακτηρίζει τον όρθιο;- Είμαι στο πόδι. Ο μεθοδικός, ή ο τεμπέλης,
πάει με το πάσο του. (Πάσο στα ιταλικά σημαίνει πόδι. Πάω με το πάσο μου,
σημαίνει και είμαι σίγουρος και ήρεμος). Ο λογικός απλώνει τα πόδια του κατά το
πάπλωμά του. Πώς σε απειλεί ο θυμωμένος; Θα σου κόψω τα πόδια. Τι κάνει όποιος
δεν υποχωρεί, όποιος μουλαρώνει; -Πατάει πόδι Εκείνος που ζητάει αφορμή
«βρίσκει πάτημα». Ο ανυποχώρητος «στυλώνει τα πόδια». Ο επίορκος, ο προδότης «πατάει
τον όρκο του».
Ο
προσεχτικός, «δεν την πατάει». (Δεν εννοεί την πεπονόφλουδα, αλλά την παγίδα».
Όποιος
δεν αποδέχεται μια πρόταση, «κλωτσάει». Ο απερίσκεπτος «κλωτσάει την ευκαιρία».
Όποιος εξαφανίζεται, «δεν ξαναπατάει».
-Τι έγινε ο Μενέλαος;
-Δεν ξαναπάτησε (εξαφανίστηκε).
Πώς κινείται ο βιαστικός; -Πατάει
γκάζι.
Γνωστές και οι φράσεις «πάτησα ένα φαΐ – πάτησα κάτι γέλια» εκ του αρχαίου ρήματος πατέομαι. Εσήμαινε τρώγω –
τρέφομαι-γεύομαι-απολαμβάνω.
Όταν
χαθεί ο έλεγχος, όταν αποθρασύνονται οι παρακατιανοί «σηκώνονται τα πόδια και
βαράνε το κεφάλι». Μερικές φορές τέτοιο που είναι καλά, καλά του κάνουν.
Τεράστια
η συμβολή των ποδιών στη διαμόρφωση της γλώσσας.
Ο
αδίσταχτος ποδοπατεί, ο βιαστικός τρέχει «πατείς με πατώ σε». Οι χρεοκοπημένες
επιχειρήσεις και οι δικτατορίες ονομάστηκαν «γίγαντες με ξύλινα πόδια».
Μια
δουλειά που βρήκε ρυθμούς ανάπτυξης , «ορθοπάτησε». Και μια επιχείρηση που
επιβιώνει «περπατάει».
-Πώς πάει;
-Περπατάει. (Τσουλάμε-τσουλάμε έλεγε
ο Ζαμπέτας. Από το κυλώ).
Η
ταχεία πρόοδος χαρακτηρίζεται άλμα. Ενώ το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι και ο
άπλυτος από τα πόδια. Ρήμα που έχει απόλυτη σχέση με τα πόδια είναι και το
πηδώ.
Ο
ευχαριστημένος πηδάει από τη χαρά του.
Όποιος
ξεπερνάει τις δυσκολίες πηδάει το ρέμα, ή το χαντάκι. (Φράση της επαρχίας
Δομοκού).
Όποιος
πηδάει πολλά παλούκια, παθαίνει αυτό που ισχυρίζεται η παροιμία. Συνήθως όποιος
πηδάει πολλά παλούκια, σχίζει το παντελόνι του.
Ο
τολμηρός πηδάει το φράχτη. Γνωστός και ο στίχος «αν δε με θέλεις στο στενό,
πηδώ το φράχτη και περνώ».
Όποιος
αμφιβάλει πως σε προκαλεί;- «Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα». Το τι Ρόδος
γίνεται κάθε χρόνο σε κείνο το νησί, άστα….
Θα
προσθέσω και μερικούς χαρακτηρισμούς των προγόνων μας για τα πόδια.
Η
γυναίκα που τα είχε λεπτά και μακρουλά, λέγονταν τανύσφαιρος.
Ενώ
αυτή με τους ωραίους αστράγαλους, δηλαδή ωραία κότσια, ήταν η καλλίσφυρος.
Η
κυρία με χοντρά τα κάτω άκρα, χαρακτηρίζονταν ακροπαχής και γενικά η
ασχημοπόδαρη, κακόκναμος.
Οι
σοφοί Αρχαίοι Έλληνες, είχαν προσθέσει στο λεξιλόγιό τους και το επίθετο
ραιβοσκελής. Δηλαδή στραβοπόδης.
Ποιος
μπορεί να ισχυρισθεί πως οι αρχαίοι μας πρόγονοι δεν κοίταζαν τις γυναίκες στα
πόδια; Σε χρήση βρίσκονταν και η λέξη μαλακαίπους, γενική μαλακαίποδος. Δηλαδή
γυναίκα με πόδια μαλακά. Ποιος αμφισβητεί πως οι αρχαίοι μας πρόγονοι δεν
έπιαναν τα γυναικεία πόδια;