Τα χιλιοφορεμένα παπούτσια των αναμνήσεων
Γράφει η Γιώτα Αγαπητού
Γράφει η Γιώτα Αγαπητού
Σε λίγο το καλοκαίρι, μία εποχή που είναι έντονα συνδεδεμένη με αναμνήσεις, φτάνει στο τέλος του. Τ’ αλατοφαγομένα και ξεθωριασμένα από τον ήλιο και τη θάλασσα μαγιό, θα μπουν στην ντουλάπα και οι αναμνήσεις θα πλημμυρίσουν την ψυχή. Εικόνες με ηλιοβασιλέματα, χρυσαφένιες αμμουδιές, η πανσέληνος του Αυγούστου, μνήμες σημαντικές ή λιγότερο σημαντικές θα πάρουν τη θέση που τους αρμόζει για να δημιουργήσουν εμπειρίες ζωής και στη συνέχεια να συμπληρώσουν το παζλ της ύπαρξης που ο καθένας φέρει μέσα του.
Οι εποχές εναλλάσσονται συσσωρεύοντας εικόνες, σαν τα λουστρίνι παπουτσάκια τα οποία μας έκανε δώρο κάθε χρόνο η νονά, που όμως τώρα πια δεν μας χωράνε, μα τα κρατάμε από νοσταλγία και ως φόρο τιμής της αθωότητας που χάθηκε.
Εικόνες και αναμνήσεις που πια δε μας προσφέρουν τίποτα, αλλά από λύπηση τις έχουμε ακόμα φυλαγμένες μέσα στην ψυχή και έχουν ξεθωριάσει.
Θυμίζουν τις παλιές ξεθωριασμένες φωτογραφίες που είναι κρεμασμένες στο σαλόνι της γιαγιάς και ο χρόνος σιγά σιγά τις σβήνει για να κάνει χώρο σε νέες θύμησες.
Οι εποχές περνάνε συντροφιά με στιγμές που έχουμε συνδέσει, με ρούχα από την πρώτη μέρα στο σχολείο, το φτηνό μενταγιόν, δώρο από τον μεγάλο εφηβικό ερωτά μας, το επίσημο κουστούμι της αποφοίτησης, το νυφικό από την ημέρα του γάμου.
Ρούχα φροντισμένα και στοιβαγμένα στο πίσω μέρος της ντουλάπας με άφθονη ναφθαλίνη από φόβο μη και τα σκοροφάει ο χρόνος.
Όνειρα γεμάτα προσδοκίες και ελπίδα ότι θα δημιουργήσουν κάτι όμορφο, γιατί έχουμε πάντα την ανάγκη να δίνουμε στα όνειρά μας εικόνα, ντύνοντάς τα με κάτι λαμπερό που για μας δεν θα ξεθωριάσει ποτέ, όση σκόνη και αν πέσει πάνω τους. Όπως τα γυάλινα γοβάκια της Σταχτοπούτας, που όσα χρόνια κι αν πέρασαν δεν έχουν ραγίσει και παρόλο που ο χρόνος τα σκέπασε με τη σκόνη του παραμένουν το ίδιο όμορφα.
Μπορεί η Σταχτοπούτα να μεγάλωσε και τα πόδια της να μην αντέχουν να στηρίζονται στα ψιλοτάκουνα γοβάκια, αλλά η ανάμνηση δεν έχει σβήσει τις στιγμές εκείνες. Τώρα πια αυτή η όμορφη ιστορία γίνεται παραμύθι, σαν τις ιστορίες που αρέσκονται να διηγούνται τα νήπια στις μαμάδες τους, γεμάτες με φανταστικές λεπτομέρειες για το πώς περνούσαν τις μέρες τους μέσα στην κοιλιά τους. Έτσι, δημιουργούν τις πρώτες θύμισες που στοιβάζονται στο χρονοντούλαπο των αναμνήσεων, που κάποιες ίσως και να μην τις έχουν ζήσει Στη μνήμη όμως της μητέρας θα μείνουν αναλλοίωτα για πάντα τα σημάδια από τα μικρά πατουσάκια που κλοτσούσαν μέσα στην κοιλιά της.
Εξάλλου τι θα ήταν ο άνθρωπος χωρίς αναμνήσεις και χωρίς τα χιλιοφορεμένα και σκονισμένα παπούτσια του, ίσως και τίποτα, ένα σώμα που απλά κυλάει μέσα στο χρόνο. Τελικά ο άνθρωπος όταν γερνάει αναπολεί με μία νοσταλγική μελαγχολία τις στιγμές που έζησε και τους ανθρώπους που σημάδεψαν τη ζωή του και χάθηκαν, σαν τα διαβατάρικα πουλιά που χάνονται στον ορίζοντα.