Pages

Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017

ΤΟ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ ΜΑΣ: Νέες ποδολογίες του Κώστα Μπιλίρη



Νέες ποδολογίες 
του Κώστα Μπιλίρη

Έχουμε πει πολλά για τα πόδια. Όμως μιας και βρήκαμε  και τόσα άλλα μες στα πόδια μας, αποφασίσαμε να τα θέσουμε υπόψιν σας.
Τεράστια η επίδραση των ποδιών στη γλώσσα μας και ας αρχίσουμε να φέρνουμε στο μυαλό φραστικές παδοκατασκευές. Θα ξανακάνουμε δουλειές του ποδαριού.
Ο αυτοδύναμος, ο αυτάρκης πατάει στα πόδια του. Όποιος καταφέρνει να ξεπεράσει τις δυσκολίες, στέκεται στα πόδια του. Λέμε και ορθοποδίζει. Δηλαδή παύει να τρικλίζει. (Κατακλώ-τακλώ-τρακλώ-τρακλίζω-τρεκλίζω).
Όποιος διώχνεται από κάπου, τρώει κλωτσιά. Έστω κι αν η απόλυσή του θα γίνει με ένα τηλεφώνημα, ή αν θα βρει την πόρτα κλειστή.
-Πες μας ρε παιδί μου, τι έγινε με τη δουλειά σου;
-Τι θες να γίνει; Έφαγα κλωτσιά.
Για την ίδια πράξη, λέμε και το άλλο. «Πάρε πόδι». Για να τον ξανακαλέσουν κοντά τους, δεν του λένε «φέρε πόδι»..
Η Κλωτσιά, που εμείς τη γράφουμε με ωμέγα, προέρχεται από τη μεσαιωνική «κλοτσέα» και κείνη από μια άλλη μεσαιωνική. Τη λέξη «κλότσος» με όμικρον.
Ο κλότσος φτιάχτηκε από το ιταλικό «κάλσιο» που σημαίνει φτέρνα, ή λάκτισμα.
Όσο για το λάκτισμα, δεν υπάρχει αμφιβολία πως προέρχεται από το αρχαίο δικό μας ρήμα «λακτίζω». Εσήμαινε χτυπώ κάποιον με τη φτέρνα, κλοτσώ, καταπατώ, διώχνω κάποιον και παίρνω τη θέση του. Είδατε; Οι κλωτσιές φέρνουν κάποτε και αποτέλεσμα. Γνωστό ανά τους αιώνες και  το «πυξ-λαξ», δηλαδή με γροθιές και κλωτσιές. Γνωστή και η απειλή: φύγε θα σε μαζέψω με τις κλωτσιές.
Όποιος βάζει αντικαταστάτη, τον αφήνει στο πόδι του. (Και αυτή η φράση έχει κάποιο ιστορικό, που δεν προλαβαίνουμε να το αναφέρουμε).
Όποιος παρασύρεται, όποιος πέφτει σε κάποια παγίδα, που του στήνουν, λέμε πως πατάει την πεπονόφλουδα.
Φυσικά για να πατήσεις εσύ αυτή την πεπονόφλουδα, δεν απαιτείται κάποιος άλλος να έχει φαει πεπόνι.
Ο βολεμένος τη βγάζει σταυροπόδι, ή ξαπλώνει την αρίδα του.
Στη φράση είχε προστεθεί και ο πασάς. «Ξαπλώνει την αρίδα του σαν πασάς».
Όμως «όταν φύγαν οι πασάδες κι ήρθανε οι κερατάδες» κατά πως λεει το παλιό ασμάτιο, η παροιμιακή έκφραση διαφοροποιήθηκε.
«Ξαπλώνει την αρίδα του, σαν άρχοντας Ευρωπαίος».  Έτσι λέγανε μερικοί σε περασμένα χρόνια.
Εμ νάτα! Με τέτοιον ευρωπαϊκό προσανατολισμό από τότε, πώς να μην καταλήξουμε κουταβάκια των Ευρωπαίων;
Περί αρίδας έχετε ακούσει τίποτα άλλο;
Η αρίδα είναι το εργαλείο του ξυλουργού, λέξη αρχαία ελληνική, «αρίς-αρίδος».
Έχει αντικαταστήσει στη νεοελληνική, όλα τα επί μέρους που υπάρχουν στο πόδι μας από το γόνατο μέχρι τον αστράγαλο.
Σε μερικές η αρίδα τους-λεω μερικές γιατί οι άνδρες τις κάλυπταν νωρίς με τα παντελόνια τους-σε μερικές ήταν ολίγον τεθλασμένη.
Αλλά «μην κοιτάς τη στραβή μου αρίδα, κοίτα μου την ίσια μοίρα». άλλωστε "οι στραβοκάνες και οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές"
Ο επίορκος, όποιος προδίδει, πατάει τον όρκο του.
Όποιος εκμεταλλεύεται το αδύνατο σημείο σου, σε πατάει στον κάλο, Σας έχει τύχει καμιά φορά; Ε καλά τώρα!  
Όποιος σε αιφνιδιάζει σου τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια. Σας έχει τύχει; Ε καλά τώρα! Όποιος ζητάει αφορμή, βρίσκει πάτημα.
Στην περιοχή Δομοκού, για τον καλλίφωνο που ξέρει να τραγουδάει, λένε πως έχει καλά πατήματα.
Έχω διαβάσει τρεις ερμηνείες για την προέλευση αυτής της έκφρασης. Και εκδοχή πρώτη. Κάποιος  έδειρε τη γυναίκα του, επειδή τον πάτησε κατά την ώρα της στέψης, όταν ο παπάς είπε το γνωστόν «η γυνή να φοβείται τον άνδρα».
Εκδοχή δεύτερη. Από τη συνήθεια των κυνηγών να ψάχνουν και να βρίσκουν το πάτημα, δηλαδή το χνάρι του θηράματος, ή του λύκου.
Εκδοχή τρίτη. Από κάποιο πάτημα, δηλαδή ίχνος ή αχνάρι που βρέθηκε σε αγροτική αυλή και θεωρήθηκε ένδειξη παρουσίας κάποιου κλέφτη, ή κάποιου αντεραστή.
Στην εποχή μας, αν πρόκειται για αντεραστή, βρίσκουμε το άρωμά του.
Θα κλείσω όμως εδώ γιατί δε θέλω να βρείτε πάτημα και να πείτε πως καθυστέρησα.