ΔΙΣΚΟΣ ΤΟΥ ΜΗΝΑ: CONCIERTO DE ARANJUEZ
ΜΑΙΟΣ 2018
ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: JOAQUIN RODRIGO
ΧΡΟΝΙΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1939
Γράφει ο Σταμάτης Γαλάνης
O ΜΆΙΟΣ είναι ένας από τους καλύτερους μου φίλους! Τον
αισθάνομαι δικό μου! Σαιξπηρικός και κίτρινος, κόκκινος και ασυμβίβαστος, ανίατα
σχιζοφρενής και επαναστατικός! Ζωντανός, σαν και εμένα εκκεντρικός, και πόσο δε
μάλλον, ερωτικός. Ελκυστικός, σαν μια γυναίκα που θαύμασα τα κάλλη της, για
πρώτη φορά. Που ξεδίψασα τα μάτια μου από την πλανεύτρα, ατελής ομορφιά της. Είναι
ο άτιμος, κιθάρα και κοντραμπάσο, μια εικόνα αμαρτωλή, και ένα σονέτο στο
φεγγάρι. Με κάνει, ποιητικά να χάνω, του ανθρώπου μέσα μου το χνάρι. Σε σύνοψη,
και ποιητική αδεία, «η άνοιξη, που την
φορούσες, όπως της Γης αυτής τα δέντρα. η ποίηση, που την φορούσες όπως τις
λέξεις οι σελίδες».
Ο Μάιος λοιπόν μπήκε ξανά στην ζωή
μας και εγώ σας έχω νέα! Σας μεταφέρω από την αναγεννησιακή ουτοπία στην
μεταμοντερνική ρεαλιστικότητα! Η ομάδα μου πήρε ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ρε! Ναι, γιατί να μην το πω; Μήπως μου χρωστά κανείς και
καλό λόγο; Και να μην το έλεγα, ποιος θα νοιαζόταν! Ωστόσο, εγώ θα το πω, καθώς
ζω μια ατέρμονη απειροελάχιστη ευτυχία! Από αυτές τις δυνατές, που ξέρετε
αναγνώστες μου, διαρκούν για κάποιες ώρες. Για αυτές που ζούμε μια ζωή για να
ελπίζουμε. Και όταν τις ζούμε τελικά, μεθάμε από γλυκόξινη χαρά. Ο εγκέφαλος
μουδιάζει, τα άκρα δεν σε ακολουθούν, και τσσσοοοουυπ – πάλλονται ασυνάρτητα στον
μεθυσμένο ουρανό, και τέλος ο ρυθμός τους ξεσπά ηλεκτρισμένα σε όλα τα
μικρομόρια της ύλης μας. Τα επιφωνήματα γίνονται καμπάνες Αναστάσεως, και το allegro κυριαρχεί απάνω στο
πεντάγραμμο της καρδιάς μας!
Πίσω από το allegro ωστόσο, κρύβεται η ολόχαρη αλήθεια.
Η ομάδα μου πήρε πρωτάθλημα ξανά, μετά από 24 χρόνια. Και αυτό, χμ, είναι ΠΟΛΥΣ
καιρός… 24 χρόνια πριν ωστόσο, με είχε πάρει ο πατέρας μου από το χέρι για
πρώτη φορά για να με γνωρίσει στην ομάδα της καρδιάς του. Στην ΑΕΚΑΡΑ του! Και
με γνώρισε! Και τι δέος ήταν αυτό! Είδα για πρώτη φορά τα κιτρινόμαυρα μαλλιά
της, γνώρισα την όμορφη και μυστήρια ανατολίτικη ιστορία της. Έμαθα για τους
ήρωες της. Ενημερώθηκα για τα απωθημένα και τις αλλοτινές πατρίδες της. Μέτρησα
στο κορμί της τις πληγές, τις αναμνήσεις και τις ιστορικές στιγμές της.
Τραγούδησα τον πορφυρόχρωμο ύμνο της. Την ερωτεύτηκα με την πρώτη μας ματιά,
δεν σας κρύβω! Έγινε η ομάδα της καρδιάς μου. Δεν είχα γένια ρε παιδιά. Δεν
ήξερα τι ήμουν και ποιος ήμουν! Και ποια η αποστολή μου σε ετούτη την Γή. Τώρα,
ίσως γνωρίζω, τα μισά από όλα αυτά. Ίσως και τίποτα ακόμα. Ίσως να έχω την ίδια
ανώριμη άγνοια. Ωστόσο, δεν φοβάμαι να πω, πως η καρδιά μου παραμένει νέα και
ωραία. Χτυπά δυνατά σε ό,τι την μαγεύει, και αποθεώνει ό,τι αγαπά! Και το ζει,
όπως τότε, παιδικά, αθώα και ενθουσιασμένα.
Τώρα λοιπόν, 24 χρόνια (ξαναλέω)
μετά, πήρα εγώ τον πατέρα μου από το χέρι. Μας έκλεισα δυο εισιτήρια για τον
δίωρο παράδεισο, και μαζί περπατήσαμε στους δρόμους της γιορτής, φορώντας τα
κιτρινόμαυρα κασκόλ μας. Φτάσαμε στο γήπεδο μαζί. Μιλήσαμε. Επικοινωνήσαμε.
Περάσαμε απ’την θύρα και βρήκαμε τις θέσεις μας. Ο πατέρας μου δεν είχε
ξαναπάει στο γήπεδο από τότε. Εγώ όπως καταλαβαίνετε, τα είχα αυτά «τραγούδια, στάδια, συγκροτήματα – μας φάγαν
όλα μας τα χρήματα…» Ποτέ όμως με τον πατέρα μου, ξανά. Την στιγμή που
ακούσαμε μαζί τον ύμνο, ο πατέρας μου συγκινήθηκε και δάκρυσε. Τον αγκάλιασα
στοργικά, σαν να του έλεγα, ότι «μην ανησυχείς, τώρα είμαι εγώ εδώ για σένα,
όπως ήσουν και εσύ τότε μαζί μου». Εκείνος, γύρισε και μου είπε, «Τελικά παιδί
μου, κάποια πράγματα, δεν αλλάζουν ποτέ». Ναι πατέρα, κάποια πράγματα δεν
αλλάζουν ποτέ. Και αυτή μας η στιγμή, αξίζει όσο και 12 πρωταθλήματα της
αγαπημένης μας ομάδας. Αξίζει όσο αξίζει και το πρώτο ακόρντο που χτυπάει μια
νότα αγάπης και την μοιράζει στον αέρα. Και σε σκορπά απάνω από ένα γήπεδο, απάνω
από την πόλη, απάνω απ’τον σταθμό. Σε αφήνει ευερέθιστο μέσα σε ένα τραίνο, που
δρόμο πήρε για το Aranjuez… Σε
ευχαριστώ που με ταξίδεψες, για ακόμα μια φορά, σε αυτά τα μέρη του μυαλού. Σε
ευχαριστώ, για την έμπνευση που μου έδωσες, να γράψω, για ετούτο εδώ τον δίσκο!
Ο Joaquin Rodrigo έγραψε το Concerto de Aranjuez το 1939. Ήταν το
πρώτο του (!) μουσικό έργο. Σαν τον αγαπημένο μου Jorje Luis
Borges, ήταν και αυτός σχεδόν
τυφλός. Το κύριο μουσικό όργανο που έπαιζε δεν ήταν η κιθάρα (που ίσως πολλοί
θα νομίσουν, επειδή είναι το κυρίαρχο όργανο αυτού του μελωδικού έπους) αλλά το
πιάνο! Ακόμα δεν έχει εξακριβωθεί ποια είναι η ιστορία πίσω από το έργο.
Υπάρχουν φυσικά εικασίες και ιστορίες γύρω από αυτό. Κάποιοι λένε ότι γράφτηκε
για να αποτυπώσει τον έρωτα που βίωνε εκείνο τον καιρό με την γυναίκα του.
Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι γράφτηκε για το παιδί που έχασαν πριν αυτό
γεννηθεί. Κάποιοι άλλοι λένε, ότι το «κονσέρτο» απλά μετουσιώνει όλα όσα είχε
μέσα του ο Rodrigo
για
την ζωή και το νόημα της. Για την φύση και τους ήχους των δέντρων και των
πουλιών. Αυτή είναι και η επικρατέστερη θεωρία. Το έργο είναι χωρισμένο σε
τρεις πράξεις, με την δεύτερη πράξη, να είναι και η παγκόσμιας φήμης αγαπημένη
των ακροατών του είδους. Το λεγόμενο, «Concerto de
Aranjuez – Adagio».
Η πρώτη πράξη του έργου είναι το allegro! Ήχος γρήγορος δηλαδή,
ανεβαστικός! Ασυμβίβαστος με τον μετρονόμο και την ίδια την αλήθεια, ένα
πράγμα. Ενάντια στον πεσιμισμό και την πεντατονική υποκρισία. Γεμίζει την
ψυχή, την μεθά όπως ο νέος έρωτας αρέσκεται να κάνει στην καρδιά, και την
ταξιδεύει μέσα στα ημιτόνια του χρόνου, και τις μικρές πληρωμένες χαρές της. Η
κιθάρα γίνεται η προέκταση του χεριού, και χαϊδεύει στοργικά το μέτωπο των
δέντρων και τους θηλυκούς ώμους της φύσης. Ανεμοδέρνεται απάνω στα βουνά και
κυλιέται απάνω στα πρασινωπά λιβάδια της Δον-Κιχωτικής αθωότητας. Δεν λέει να
τελειώσει! Φωνάζει ακόμα δυνατά, σαν το παιδί μέσα στο γήπεδο για πρώτη φορά,
«βάλε ένα ΓΚΟΛ!» Μόνο που αυτή την φορά δεν εννοεί στα δίχτυα, αλλά στην ίδια
την μιζέρια του! Και στο τέλος, γυρνά βλέπει πίσω, και σκέφτεται, ότι σκόραρε,
αλλά είδηση δεν πήρε ακόμα! Η κιθάρα προπορεύεται, τα πνευστά ταλαίπωρα και
αργοπορημένα ακολουθούν. Το βιολί ζηλεύει ανυπόφορα την ηγεσία στης κιθάρας.
Σπεύδει βραδέως να την «καπελώσει». Μάταια ωστόσο, απλά παραμένει ένας
γοητευτικός συνοδός της.
Ξεκινάει η δεύτερη πράξη, Παναγία
μου! Το απόλυτο μυστήριο, που εφιάλτης μου έχει γίνει. Δεν μπορώ να περιγράψω
ενδελεχώς τις εικόνες της γιορτής. Είναι adagio, είναι μινόρε, είναι κάτι από τα σκούρα χρώματα της Γης. Η
μητέρα της κάθε κατάθλιψης, στα αλήθεια. Η μέρα που τελειώνει στην αγκαλιά της
θείας νοσταλγίας. Η πράξη αυτή, είναι πάντα εδώ, για να μου θυμίζει, ότι κάτι
έχω αφήσει πίσω, σε εκείνο τον ανθισμένο σταθμό του Aranjuez. Ίσως να μου θυμίζει, ότι αυτό το κάτι, πάντα με
βρίσκει. Και κάθε τι που αγάπησα αληθινά, πάντα θα με κυνηγά, όπως και κάθε τι
που δεν ολοκλήρωσα, πάντα θα με στοιχειώνει. Κάθε τι, που δεν άφησα τον χρόνο
να πάρει πραγματικά πίσω στις καλένδες του. Το adagio ωστόσο, μιλάει στην ψυχή μου, διότι αυτή
γνωρίζει και εκτιμά το μελόδραμα. Ευφραίνεται περισσότερο από αυτό. Συνδέεται
και ισοζυγιάζεται με αυτό. Κάποιοι το λένε κατάρα, κάποιοι άλλοι ευλογία. Εμένα
δεν με ενδιαφέρει πια. Αγαπώ τόσο την μελανχολία, όσο και την ίδια την ελπίδα.
Και ο τρόπος που ο Rodrigo
παντρεύει
αυτά τα δυο στο «adagio», είναι
απλά τόσο σημαντικά σπουδαίος. Η κλιμάκωση συναντά την κορύφωση, και εκεί που η
κιθάρα σε οδηγεί μέσα στην αστρόφωτη νύχτα της θλίψεως, ξαφνικά, ολόκληρη η
ορχήστρα σε απογειώνει απάνω στο φεγγάρι. Το oboe και το φλάουτο εναγκαλίζουν θερμά το
φυλοκάρδι, ακόμα και του πιο σκληρού ακροατή, τα βιολιά απλώνονται επιθετικά
απάνω από την θάλασσα της κάθε ψυχής. Όλα γεμίζουν χαρά. Όλα γεμίζουν ζωή,
ελπίδα και ανακούφιση. Ό,τι και να έμεινε πίσω στο Aranjuez, έμεινε για κάποιο λόγο. Έμεινε για να μας θυμίζει
τι να ελπίζουμε από αυτό που έρχεται μπροστά.
Το κονσέρτο κλείνει με την Τρίτη
πράξη, η οποία είναι πάλι allegro! Δεν θα
μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Η μελωδικότητα της δεύτερης πράξης ενισχύεται
περισσότερο με το ταμπεραμέντο της τρίτης, στην οποία πνευστά, ένχορδα και
κιθάρα έχουν πια ολοένα και πιο ισσοροπημένα διαδραστικό ρόλο μεταξύ του. Τα arpeggios είναι πολύ
πιο δελεαστικα, τα στακάτα και τα πιτσικάτα, πιο συχνά. Οι εναλλαγές μοναδικές,
η μεθοδολογία του συνθέτη περίπλοκη, ωστόσο, εμφανής. Η κλιμάκωση έρχεται με
ένα στίγμα εμβατηριακής ευτυχίας. Μιας στιγμιαίας και αβυσσαλέας ευτυχίας, που
ενίοτε, προκάλει κάποιες τύψεις στο μυαλό. Είναι τόσο ελάχιστη και πολύτιμη
στην ζωή, που όποιος την βρει, θαρρεί και λίγο πως την έκλεψε! Και ύστερα,
ψάχνει να βρει τους λόγους, για τους οποίους την αξίζει! Αυτό είναι το φινάλε του
για εμένα, η (ή μία) στιγμή της πραγματικής κλεμμένης ευτυχίας. Να, σαν και
αυτή που πρόσφατα, όπως είπα, έζησα στο γήπεδο με τον πατέρα μου. Αυτή, που
πάντα αναζητάς να βρεις μέσα σε ένα σύμπλεγμα ατέλευτων, αχρείαστων και
καταδικασμένων στην λήθη, στιγμών. Για αυτές που θα έρθουν λοιπόν, και για
αυτές που ονειρεύομαι και ελπίζω να έρθουν. Για αυτές που εσείς ελπίζετε, αυτές
που εσείς ονειρεύεστε. Μέσα σε αυτόν τον ανθισμένο Μάιο, μέσα σε αυτή την
πορφυρή χρονιά.
ΚΑΛΟ
ΜΗΝΑ – ΜΕΓΑΛΗ και ΜΕΛΩΔΙΚΗ ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ!
ΜΑΙΟΣ
2018 – ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΓΑΛΑΝΗΣ