Από τις πλημμύρες στην Μάντρα τον Νοέμβρη του 2017 στην κόλαση στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018...
Τότε:
«Τίμησα τη στολή που φοράω. Δεν έκανα τίποτε παραπάνω. Και θα το ξαναέκανα». Αυτά ήταν τα λόγια ενός από τους διασώστες που με πραγματικό κίνδυνο της ζωής του έσωσε ανθρώπους που πνίγονταν στα νερά του χειμάρρου μέσα στη Μάνδρα. Την ίδια ώρα ο πρωθυπουργός στρογγυλοκαθόταν στο μέγαρο και η περιφερειάρχης Αττικής κατάγγελνε όλα αυτά που υποτίθεται ότι θα άλλαζε! Και με το δίκιο της!
Η κ. Δούρου δεν είχε άδικο σε τίποτε από όσα καταμαρτύρησε σαν κακοδαιμονίες που εμποδίζουν τη χώρα να φύγει από τον Τρίτο κόσμο.
Σε μια έκρηξη οργής εναντίον εκείνων που την κατηγορούν για το θάνατο και την καταστροφή είπε, στεντορεία τη φωνή, ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτε αν δεν αλλάξει το πολυδαίδαλο της δημόσιας διοίκησης. Ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτε όσο επικρατούν οι μέχρι σήμερα νοοτροπίες της. Ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτε όσο δεν γίνονται βαθιές ανατρεπτικές τομές. Έφτασε στο σημείο να πει ότι, επιτέλους, πρέπει να κατεδαφιστούν και αυθαίρετα!
Αν την άκουγε κάποιος ξένος θα νόμιζε ότι μιλάει ένας πολιτικός της αντιπολίτευσης και μάλιστα της πιο σκληρής. Αλλά, φεύ, μιλούσε η Περιφερειάρχης, που είναι η καθ ύλην αρμόδια για τα έργα της περιφέρειας, που από την απουσία τους έγινε η καταστροφή και οι θάνατοι.
Μιλούσε η περιφερειάρχης σαν να ήταν ακόμα στην αντιπολίτευση του 2014 και να κατακεραύνωνε την κυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου. Μιλούσε η περιφερειάρχης, που δεν έχει συνειδητοποιήσει αυτό που ένας διασώστης είπε απλά: Τίμησε τη στολή που φορούσε. Η κ. Δούρου, δυστυχώς, δεν την τίμησε.
Και δεν την τίμησε όχι μόνο επειδή έχει αφήσει το φάκελο των αντιπλημμυρικών του Θριάσιου να σέρνεται από τον Ιανουάριο του 2016 που ολοκληρώθηκε, όχι μόνο επειδή δεν αντέδρασε καθόλου στη νομιμοποίηση τουλάχιστον 400.000 αυθαίρετων κάθε μορφής επί ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, όχι μόνο επειδή έχει μοιράσει ένα σκασμό εκατομμύρια σε συλλόγους και οργανισμούς επιρροής ψήφων από τα 320 εκατομμύρια που της άφησε στο ταμείο ο προηγούμενος κ. Σγούρος, αλλά γιατί αμέσως μετά την καταστροφή στη Μάνδρα έκανε τρείς κινήσεις επιεικώς απαράδεκτες:
Φοβισμένη και ξέροντας προφανώς το μέγεθος της ευθύνης της έσπευσε στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να καταθέσει αίτηση για έρευνα, θέλοντας σαφώς να προλάβει την παρέμβαση της εισαγγελικής αρχής για το θέμα. Κι αυτό μαρτυράει πόσο το ένστικτο της αυτοπροστασίας της είναι πολλαπλάσιο του συναισθήματος του καθήκοντος και της αυτοθυσίας που έχει ο ηρωικός διασώστης στη Μάνδρα.
Φοβισμένη, επίσης, και παραπονούμενη επειδή η δασκάλα μάλωσε εκείνην και όχι τον Γιαννάκη, εγκάλεσε τα Μέσα Ενημέρωσης που είχαν ρίξει τα φώτα της δημοσιότητας στους νεκρούς της δικής της περιφέρειας και όχι στις ζημιές από τις πλημμύρες της Πιερίας!!
Και φοβισμένη μήπως τσαλακωθεί η εικόνα της, έτσι όπως τη φαντάζεται η ίδια, αλλά και όλη η συριζέϊκη νοοτροπία, δεν έστερξε να πάει μέσα στη Μάντρα, όπως θα πήγαινε για να φλομώσει τους κατοίκους της αν ήτανε σε προεκλογική περίοδο. Τώρα έτρεμε πιθανώς το φυλοκάρδι της μήπως και τη γιουχάρουν οι συγγενείς των πεθαμένων και οι κατεστραμμένοι. Αυτό υπερίσχυσε του καθήκοντος και της αυτοθυσίας. Και πέρασε «απ' έξω», μαζί με τον άλλον ανευθυνοϋπεύθυνο, τον εξ ίσου φοβισμένο πρωθυπουργό.
Αλλά, είχε δίκιο όταν κατάγγελνε τη δημόσια διοίκηση, τις αγκυλώσεις και τη γραφειοκρατία της, και ζητούσε ξερίζωμα νοοτροπιών και αυθαιρεσιών.
Μόνο που δεν μας είπε πώς θα γίνει αυτό από μια κυβέρνηση που από την πρώτη μέρα, δια στόματος υπουργού Νίκου Βούτση, έσπευσε να καθησυχάσει την δημοσιοϋπαλληλία ότι δεν έχει να ανησυχεί για τίποτε αφού θα είναι αρρωγός της η κυβέρνηση. Αντί να της τρίξει τα δόντια να στρωθεί στην πραγματική δουλειά σε όφελος των πολιτών και όχι της αφεντιάς της.
Δεν μας είπε πώς θα υποχρεώσει οποιοσδήποτε οποιονδήποτε δημόσιο υπάλληλο να δουλέψει πραγματικά - όπως ζήτησe - όταν δεν υπάρχει ποινή, δεν υπάρχει επίπτωση, εναντίον του λουφαδόρου και του ανεπαρκούς, που λειτουργούν σαν πρότυπα και για άλλους. Πώς θα εφαρμόσει μια οποιαδήποτε πολιτική ένας διευθυντής, ένας προϊστάμενος, ένας γραμματέας και υπουργός όταν δεν υπάρχει πρακτικός τρόπος να επιβάλει την πολιτική στους υπαλλήλους; Μήπως ζούμε σε καμιά ονειρική αναρχική κοινωνία του μέλλοντος, όπου όλοι έχουν συνείδηση του καθήκοντος προσφοράς απέναντι στο κοινωνικό σύνολο από αυτοσυνειδησία και δεν το ξέρουμε;
Δεν μας είπε πώς θα εφαρμοστούν οι αποφάσεις της διοίκησης που ζήτησε, όταν οι ίδιοι οι πολιτικοί προϊστάμενοι, είτε δημόσιοι είτε δημοτικοί, έχουν φτιάξει ένα τόσο πολυδαίδαλο σύστημα με έναν διπλό στόχο: Να μην μπορούν να ανιχνευτούν ευθύνες και να ταϊζονται εργολαβικά και προμηθευτικά παράσιτα από όλες τις δημόσιες δουλειές, διαιωνίζοντας το πολιτικό σύστημα.
Δεν μας είπε πώς θα συντονιστούν τα υπουργεία μεταξύ τους, πώς θα εκσυγχρονιστεί το θεσμικό πλαίσιο, πώς θα γίνει η ουσιαστική αποκέντρωση που ζήτησε, όταν δεν υπάρχει συντονιστής, δεν υπάρχει απόφαση για σύγκρουση με τα συμφέροντα που γι αυτά έχει γίνει το θεσμικό πλαίσιο, ενώ η κυβέρνηση θέλει να ελέγχει κάθε Αρχή συγκεντρωτικά;
Δεν μας είπε τελικά, πώς θα χτιστεί κράτος για τους πολίτες στη θέση του διαφθορείου που υπήρχε από πάντα αν δεν συγκρουόταν η κυβέρνηση με το διαφθορείο και τα συμφέροντά του, όπως υποσχόταν ότι θα κάνει πριν από τις εκλογές του 2015. Πώς θα γινόταν αυτό αφού κυβέρνηση και Περιφέρεια ενστερνίστηκαν τελικά το διαφθορείο και το ταϊζουν κι όλας;
Η κ. Δούρου έχει δίκιο για όλες τις παθογένειες που ανέφερε και για όλες τις αλλαγές που ζήτησε. Τις ζει άλλωστε από μέσα. Δεν την έχουμε ακούσει να επαναστατεί, όπως προχτές! Ποτέ δεν είναι αργά. Δεν έχει παρά να ενταχθεί σε ένα άλλο κόμμα που να τις ευαγγελίζεται αυτές τις αλλαγές και να αφοσιωθεί στην εφαρμογή τους. Αφού παραιτηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ και τη θέση της.
Γιατί, ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως είπε κι ένας φίλος, είναι σαν τον συνοδηγό που λέει συνέχεια στον οδηγό τι πρέπει να κάνει. Κι όταν ο οδηγός του δίνει στο τέλος το τιμόνι, εκείνος αποδεικνύεται ότι δεν έχει καν δίπλωμα οδήγησης!
Και είναι και κάτι ακόμα: Ένα κακομαθημένο ανήλικο που έχει μάθει να κάνει κριτική σε όλους χωρίς να ανέχεται κριτική από κανέναν. Αντιθέτως, όπως και κάθε κακομαθημένο ανήλικο, έχει απαίτηση να μη δέχεται κριτική. Και κάθε τέτοια κριτική του είναι δυσβάσταχτη , όπως συμβαίνει σε όλα τα κακομαθημένα ανήλικα και σε όλες τις μορφές θρησκοληψίας.
Η φαντασία δεν μπορεί να συλλάβει τι θα γινόταν αν όλα όσα έγιναν στο Θριάσιο είχαν συμβεί με οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε ξεσηκώσει το λαό να λιντσάρει τους υπεύθυνους, θα έφερνε τα θύματα στο Σύνταγμα σε λαϊκό προσκύνημα και σύμβολα εξέγερσης, θα είχε ξεσαλώσει χωρίς να σεβαστεί ούτε θύματα ούτε καταστροφές. Θεομηνία θα ήταν η κυβέρνηση, όχι οι βροχές. Οι μηνύσεις θα έπεφταν βροχή κατά παντός υπευθύνου. Δεν θα υπήρχε δικιολογία και έλεος για κανέναν. Θα καίγονταν οι μεγάλες πόλεις.
Τώρα, αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι ζητάνε κατανόηση και επιείκεια από τον ίδιο λαό, που τον έπνιξαν με την ανευθυνότητά τους. Και έχουν το θράσος να εξανίστανται για την κριτική και την κατακραυγή αντί να κάνουν το μόνο πράγμα που πρέπει για να τιμήσουν την κυβερνητική στολή που φοράνε: Να βγάλουν το σκασμό. Και να ξεκουμπιστούν. Γιατί αυτοί δεν έχουν διάθεση να γκρεμίσουν αυτό το δημοσιοϋπαλληλικό τέρας, φτιάχνοντας διοίκηση για τους πολίτες. Όπως ζητάει η κ. Δούρου… Αυτοί είναι το ίδιο το τέρας. Χωρίς στολή για να τιμήσουν.
Γ. Παπαδόπουλος - Τετράδης
Για το τώρα, Μόνο μια εικόνα απ' το Μάτι. Τα συμπεράσματα δικά σας...
ΕΙΚΟΝΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ |
Αντέχει λιγότερο από όσο ένας πρωθυπουργός
Είναι πέρα από βέβαιο ότι ο πρωθυπουργός έχει μπερδέψει το μπάχαλο του σχολείου και του πεζοδρόμιου με τα καθήκοντά του και τις υποχρεώσεις του. Η χτεσινή θεατρική επίσκεψη στο Μάτι το αποδεικνύει περίτρανα. Αγνοεί τον υπ' αριθμόν ένα κανόνα που καθορίζει τη θέση του: Ότι δεν υπάρχει ως φυσικό πρόσωπο. Επομένως δεν μπορεί να συμπεριφέρεται ως τέτοιο. Έχει αυξημένες υποχρεώσεις είτε του αρέσει είτε όχι.
Πηγές του πρωθυπουργικού μεγάρου διέσπερναν χτες το πρωί ότι ο πρωθυπουργός επισκέφτηκε το Μάτι γιατί ήθελε ο ίδιος, ιδιωτικά, να δει τον τόπο και το μέγεθος της καταστροφής. Είναι προφανές ότι ούτε οι πηγές του μεγάρου ξέρουν ότι ο πρωθυπουργός θα ξαναμπορέσει να συμπεριφερθεί, να μιλήσει και να ζήσει ιδιωτικά όταν πάψει να είναι πρωθυπουργός.
Μέχρι εκείνη τη μέρα κάθε του λέξη είναι λόγος του πρωθυπουργού και κάθε πράξη είναι πράξη του πρωθυπουργού. Αυτή είναι η βαριά ευθύνη στους ώμους των πρωθυπουργών. Γιατί οι πρωθυπουργοί είναι απεικόνιση της εξουσίας που ενδύονται. Δεν είναι «καθένας ό,τι γουστάρει κάνει». Υπάρχει λόγος. Και ο λόγος είναι ότι οι πολίτες έχουν καθορίσει δια του Συντάγματος και των νόμων μέχρι πού φτάνει το ζωνάρι του πρωθυπουργού. Για να μη φτάνει πιο μακριά από ό,τι πρέπει. Γι αυτό υπάρχει πρωτόκολλο και συγκεκριμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις των πρωθυπουργών, του Προέδρου και όλων των κυβερνώντων.
Δεν μιλάει ποτέ ο Τσίπρας. Ο πρωθυπουργός μιλάει. Και δεν σουλατσάρει ποτέ ο Τσίπρας. Ο πρωθυπουργός περιφέρεται. Τελεία και παύλα.
Επομένως, η επίσκεψη στο Μάτι είναι επίσκεψη του πρωθυπουργού και συμπαρασύρει μερικές λεπτομέρειες.
Κατ' αρχήν, η επίσκεψη του πρωθυπουργού με κάλυψη από ιδιωτικό τηλεοπτικό συνεργείο της επιλογής συνεργατών του πρωθυπουργού είναι θεσμικά και οικονομικά απαράδεκτη. Τις επισκέψεις του πρωθυπουργού τις καλύπτουν όλα τα ΜΜΕ και, φυσικά, τα κρατικά. Γι αυτό τα πληρώνουμε κιόλας τα κρατικά. Δεν πληρώνουν οι πολίτες τα κρατικά κανάλια για να ξαναπληρώσουν τα ιδιωτικά διαπλεκόμενα συνεργεία των φίλων του πρωθυπουργού. Να τα πληρώσουν οι φίλοι του πρωθυπουργού από την παχυλή τσέπη τους. Όχι εμείς.
Δεύτερον, ο πρωθυπουργός δεν επισκέπτεται ποτέ το Μάτι. Επισκέπτεται ΤΟ ΛΑΟ που είναι στο Μάτι ή σε όποιο Μάτι. Επειδή ο πρωθυπουργός είναι εντεταλμένος, πληρεξούσιος, εκπρόσωπος του λαού. Δεν είναι του εαυτού του. Δεν επισκέπτεται ούτε νοσοκομείο ούτε στρατιωτική μονάδα. Επισκέπτεται κατοικημένη περιοχή.
Παρ όλα αυτά, ο πρωθυπουργός επέλεξε να επισκεφτεί το Μάτι προφανέστατα στις 8 το πρωί για να μη διασταυρωθεί με το λαό της περιοχής. Εξ ού και το μοναδικό πλάνο με κάτοικο που μεταδόθηκε από την παραλαβούσα τα μονταρισμένα πλάνα της επίσκεψης ΕΡΤ, ήταν ένα, με πρώην στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών επί πρωθυπουργίας Κ Καραμανλή.
Τρίτον, ο πρωθυπουργός δεν κρύβει ποτέ τις κινήσεις του από τον Τύπο, όταν οι κινήσεις αφορούν στην ανοιχτή πολιτική και κοινωνική ζωή και όχι στη μυστική διπλωματία. Οι πρωθυπουργοί σε όλο τον κόσμο επισκέπτονται πληγωμένες περιοχές και κατοίκους όχι για να κατοπτεύσουν ως επαϊοντες, αλλά για να αισθανθούν οι πολίτες, ο λαός, ότι είναι εκεί, μαζί του. Γι αυτό και οι επισκέψεις τους καλύπτονται από τα ΜΜΕ. Όχι για ντόρο.
Φυσικά, οι πρωθυπουργοί επισκέπτονται τους τόπους της τραγωδίας όταν η τραγωδία είναι ζωντανή. Όχι αφού τελειώσει και αφού καλλωπιστεί το τοπίο, και αφού εξαφανιστούν τα θύματα και αφού σιδερωθούν οι στολές των φαντάρων. Οι πρωθυπουργοί πάνε και συμπάσχουν, μυρίζουν τα αποκαϊδια και την αποφορά των καμένων ανθρώπων. Δεν πάνε στα καθαρισμένα και φρεσκοπλυμένα πεζοδρόμια.
Ο πρωθυπουργός πήγε στο Μάτι, αλλά από την τραγωδία στο Μάτι δεν είδε τίποτε. Δεν είδε ούτε τις σορούς των καμένων ανθρώπων, ούτε την αποπνικτική κάπνα, ούτε τα κατακαμένα αυτοκίνητα, τρακαρισμένα το ένα πάνω στο άλλο, μάρτυρες των οδών του θανάτου, ούτε τους κλειστούς δρόμους από την τέφρα και τα δέντρα, ούτε τον καπνό που έβγαινε μέσα από τα καμένα σπίτια, ούτε τα σκόρπια ρούχα και παπούτσια, με τα οποία ήταν στρωμένες οι οδοί του μαρτυρίου μέχρι και μέσα στη θάλασσα.
Όλα αυτά δεν τα είδε ο πρωθυπουργός και δεν τα είδε και ο Τσίπρας. Έτσι προστατευμένος που πήγε με 11 κρατικά αυτοκίνητα και ένα σωρό κολαούζους των υπουργείων, που του χάιδευαν τα αυτιά με την κυβερνητική προπαγάνδα ότι οι άνθρωποι κάηκαν εξ αιτίας της πολεοδομικής αυθαιρεσίας τους.
Θα τα έβλεπε, όμως, αν πήγαινε, όπως θα πήγαινε κάθε πρωθυπουργός χώρας, την επόμενη της συμφοράς. Και θα τα άκουγε και από τους αυτόπτες και χαροκαμένους κατοίκους, που γύριζαν σαν τα φαντάσματα στα ερείπια. Απελπισμένοι, καταθλιμμένοι και οργισμένοι.
Ο κ Τσίπρας δεν έκανε τίποτε διαφορετικό από την εξ αποστάσεως κατόπτευση των προπέρσινων πυρκαγιών από αεροπλάνου και την επιδερμική εκ των πολύ υστέρων επίσκεψη έξω από τη Μάνδρα πέρυσι. Τόσο μπορεί, τόσο αντέχει. Πολύ λιγότερο από όσο ένας πρωθυπουργός.
Γ. Παπαδόπουλος - Τετράδης