ΕΜΕΙΣ, Ο ΥΠΝΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ
Μα που πήγε ο νους σας; Όχι βέβαια. Δε θα το ρίξω στο μπανιστήρι.
Μια στιγμή, να εξηγηθώ, για να μην
παρεξηγηθώ. Φίλοι μου, δεν πρόκειται να μετατραπώ σε ηδονοβλεψία. Δεν έχω καν την πρόθεση να το παίξω αδιάκριτος. Θα επιχειρήσω κάτι πολύ απλό και εντελώς νόμιμο. Θα μιλήσω για ύπνο.
Ωραίο θέμα, έτσι; Και ωραία κατάσταση. Άλλωστε, οι
Έλληνες και ο ύπνος, είχαμε πάντα στενές σχέσεις.
Πόσες και πόσες φορές δεν μας έπιασαν στον ύπνο; Πόσες φορές, δεν μας απηύθυναν εκείνο το γνωστό παραινετικό
«έι ξύπνα ρε»;
Ο ύπνος είναι μέσα στη ζωή μας και μέσα στην ψυχή μας. Στο κύτταρό μας. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν και θεό προστάτη
του ύπνου. Οι νεοέλληνες έχουμε τον ύπνο Θεό.
Δε γουστάρω αντιρρήσεις. Εμείς αν δεν χασμουρηθούμε εκατό φορές τη μέρα, δε θα πάει καλά η νύχτα μας. Πέστε μου παρακαλώ! Υπάρχει σπίτι χωρίς ξυπνητήρι; Κανένα.
Μέχρι και υπηρεσία αφύπνησης λειτουργεί στη χώρα μας, εδώ και πολλά χρόνια. Τι αποδεικνύει αυτό; Πως κανείς δε μπορεί να ξυπνήσει στην ώρα του.
Μόνο που
πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Εμείς οι νεοέλληνες, διαφορές έχουμε πάντα, όχι μόνο στην πολιτική, στις ερωτικές
μας προτιμήσεις και στο φαϊ. Ουσιαστικές διαφορές παρουσιάζουμε και στον ύπνο μας.
Άλλος κοιμάται με τα μάτια ανοιχτά. Άλλος με το παράθυρο ανοιχτό. Άλλος με κάποιο κουμπί της
κουζίνας ανοιχτό. Άλλος με τα χέρια ανοιχτά. Άλλος με την τηλεόραση
ανοιχτή. Άλλος κοιμάται με το ραδιόφωνο ανοιχτό. Άλλος κοιμάται με το στόμα ανοιχτό και ροχαλίζει.
Να σου τύχουν δυο τέτοιοι
δίπλα σου και να μην ξέρεις από ποια παράσιτα
να φυλαχθείς. Είμαστε λαός διαφορών.
Μπορούμε να μην τις εκφράσουμε και στο κρεβάτι μας; Γι αυτό και άλλος κοιμάται
με χάπι. Άλλος σαν πουλάκι. Άλλος κοιμάται
με τις κότες. Άλλος κοιμάται όρθιος. Άλλος κοιμάται ακόμη με τα τσαρούχια. Εμ! Εκεί που έφθασαν τα παπούτσια, είναι μια λύση και τα τσαρούχια. Άλλος κάνει
πως κοιμάται. Αυτός είναι και ο πιο ξυπνητός.
Συγνώμη. Ο
πιο ξύπνιος.
Ο νεοέλληνας και ο ύπνος! Τι
αρμονική συνύπαρξη! Tι αμοιβαία κάλυψη! Τι αλληλοεξάρτηση! Λες και ο ύπνος δόθηκε από το Μεγαλοδύναμο, να τον απολαμβάνει ο λαός μας. Αφού ένας γνωστός μου, έχει παραποιήσει το «πάτερ ημών» και όταν προσεύχεται, λεει «τον ύπνον ημών τον επιούσιον, δώσε μου νύχτα μέρα και άφες τους άλλους να χασμουριούνται».
Αλλά είπαμε. Οι διαφορές,
διαφορές.
Άλλος κοιμάται εφαρμόζοντας την παροιμία «ο ύπνος θρέφει το παιδί και ο ήλιος το μοσχάρι». Άλλος κοιμάται και θρέφει νιάτα. Άλλος κοιμάται και θρέφει κάτι πισινούς!
Να!
Άλλος κοιμάται και υπνοβατεί.
Άλλος παραμιλάει. Άλλος κοιμάται
και όσα πάνε κι όσα έρθουν. Άλλος κοιμάται μακαρίως.
Άλλος κοιμάται και η τύχη του δουλεύει. Άλλος κοιμάται
και δουλεύουν άλλοι γι’ αυτόν. Αυτός γιατί να βιαστεί
να ξυπνήσει;
Οι σχέσεις
μας βεβαίως με τον ύπνο, χαρακτηρίζονται και από κάποιες ακόμη λεπτομέρειες.
Όλοι οι Έλληνες λένε πως κοιμούνται «εις τας αγκάλας του Μορφέως». Θα προτιμούσαν ασφαλώς, να πλαγιάζουν σε κάποιες άλλες αγκάλες, έστω
κι’ αν δεν τους βολεύει
το μαξιλάρι.
Πολλοί Έλληνες λένε πως κοιμούνται τον ύπνο του Δικαίου.
Σκέτη πόρωση! Πέντε στους δέκα κοιμούνται κι ονειρεύονται. Δεν είναι λίγοι, όσοι ονειρεύονται, δίχως να κοιμούνται.
Δηλαδή εμείς οι νεοέλληνες, είτε ξαπλωτοί, είτε όρθιοι, είμαστε σκέτη υπνηλία.
Ευτυχώς που πλάκωσαν οι Αλβανοί
τα τελευταία χρόνια και χάσαμε λιγάκι τον ύπνο μας. Οι Αλβανοί,
οι Πακιστανοί, η ανεργία…Όσον αφορά τη σχέση μας με τα όνειρα ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι.
Ένας στους δύο θ’ αφηγηθεί το όνειρό του. Έστω κι αν εσύ δε
θέλεις να το ακούσεις.
Ένας στους τρεις θα το πλάσει όπως τον βολεύει.
Ένας στους τέσσερις δεν θα θυμάται αν το είδε, ή το έπλασε.
Ένας στους πέντε, θα ζητήσει
να του το εξηγήσουν.
Ένας στους έξι θα δώσει όποια ερμηνεία τον συμφέρει.
Ένας στους εφτά θα χαρακτηρίσει κάποιον άλλο εφιάλτη. Ας δούμε τώρα τι ονειρεύονται συνήθως οι νεοέλληνες.
Ο στρατιωτικός προαγωγή.
Ο φαντάρος λούφα και απολυτήριο. Ο φυλακισμένος ένα σιδεροπρίονο. Ο βαρυποινίτης ένα ελικόπτερο. Εδώ και χρόνια οι αποδράσεις δεν γίνονται
μόνο από την πόρτα, ή από τον τοίχο. Ο μετανάστης καλή πατρίδα. Ο χαρτοπαίκτης καλή παρτίδα. Ο άνεργος νέος καλή μετανάστευση.
Με βάση τη λαϊκή αντίληψη, ο νηστικός
ονειρεύεται καρβέλια. Ο φούρναρης βεβαίως ονειρεύεται νηστικούς. Ο καθένας ένα καλύτερο αύριο. Ο ευτυχισμένος ένα σήμερα ατελείωτο. Ο προδομένος
στον έρωτα ένα ωραίο χθες που έζησε κάποτε. Ο γέρος ένα χθες όπως και νάναι. Ο κερδισμένος ονειρεύεται όσα δεν πρόλαβε ακόμη να κερδίσει. Ο χαμένος να ξαναβρεί
όσα έχασε. Άστον. Μ’ αυτό το πλευρό να κοιμάται.
Η επιθεώρηση ασφαλώς δεν θα άφηνε ανεκμετάλλευτα τα όνειρα. Ηθοποιός
ατενίζει την Ελλάδα ρωτώντας
με στίχους δικούς μου.
Χώρα μου ονειρεμένη - λίαν ονειροπαρμένη. Χώρα υπνοβολεμένη - κι ονειροστραμπουλιγμένη. Χώρα υπνοβατισμένη - για τα τέκνα σου τι μένει; Άλλοι ονειροπολούν κι άλλοι όνειρα πουλούν.
Και ο Έλληνας ο νέος - χωρικός, ή Αθηναίος - εκατάντησε
υπναλέος.
— Και τον ερωτώ ευθέως: σε ποιο δώμα του Ορφέως - κρύβεις
το αρχαίο κλέος;
Άλλοι ονειροπολούν κι άλλοι όνειρα πουλούν.
Ύστερα
από όσα είπα, δικαιούμαι νομίζω να πάω στο κρεβάτι μου και
να
ρίξω έναν ύπνο, μα τι ύπνο!