Ιεροµόναχος Συµεών: «Όλος Οφθαλµός»
Προσοχὴ ἄκρα
ὁ ποιητὴς στὸ χαλὶ
ὀνειρεύεται
ὅλος ὀφθαλµὸς
πάνω ἀπ᾿ τὸν ἔρωτα
περιπλανώµενος
13-10-93
Μεσηµέρι στὸ Κελλί
«Σωστά υπολογισµένη σαϊτιά», είχα µονολογήσει όταν πήρα στα χέρια µου το «Μὲ Ἱµάτιον Μέλαν» του Ιεροµονάχου Συµεών, «ίσα στον Στόχο». Περνώντας από συντριβή σε συντριβή, εξακοντίστηκα πίσω στην Πηγή, στη βαθιανασαιµιά µου.
Ἄστρο στὴ στέρνα
λούεσαι ἀνέγγιχτο
µπορῶ νὰ ἔρθω ;
17-10-94
Νύχτα στὸ Κελλί
«Μπορώ να έρθω;»
Τρία χρόνια µετά, ανοίγω στο κατάστρωµα το «Συµεών Μνήµα», που µου χάρισε, καθότι εξαντληµένο. Αποµεσήµερο. Όταν σηκώνω τα µάτια είµαι καρφωµένη σ’ έναν πυρακτωµένο ορίζοντα, σ’ έναν αναδυµένο από κοσµικά ύδατα ροδώνα.
Μαργαριτάρι
φῶς ἀπὸ τ’ ὄστρακο
ὄµµα αἰώνων
ὄµµα αἰώνων
28-12-92
Νύχτα στὸ Κελλὶ
Σκαραβαῖος
ἀκρωτηριασµένος στὸ χῶµα
ἀλεξανδρινὸς
5-7-91/20-3-93
Οὐιίλα οὐίου
οὐρανόθεν τὸ πουλὶ
καὶ πρὸς τὰ πάνω
Πάσχα 1993
Σ’ έσχατη αφαίρεση, σε µια καταλυτική, σαν κοψιά από στιλπνό µαχαίρι εικόνα, θραύσματα κόσμου σε ύπαρξης κορύφωµα αυτοδιαρρηγνύονται. Μέσα από τον ακρωτηριασµένο σκαραβαίο στο χώµα, από το οὐιίλα οὐίου του πουλιού, το εµπεριεχόµενο µέσα στ’ αποσπάσµατά του Όλον, διαστέλλεται. Λόγος οριακός σκίζει όρια και προαιώνιο τελείται χρέος θανάτου.
Λουλούδια, φεγγάρια, άστρα, πέτρες, αέρας, πουλιά, µνήµες, µια κανάτα, ένα λεµόνι, ένα χαµόγελο –το οτιδήποτε– γίνονται πύλη µυσταγωγική για να περάσει ο Έρωτας για την Πηγή που συγκρατεί τους κόσµους. Μεταλαβαίνω όλο το άνθισµα και όλο τον µαρασµό του ρόδου που ολοένα επιστρέφει… αλλιώς πώς; Δεν έχει άλλο πέρασµα από µια έµπλεη στο Μυστήριο, ανθεκτική στη φονική του δύναµη καρδιά που συντρίβεται για να το αναστήσει. Και Το αξιώνεται. Πάλλεται αστηλίτευτο, ολοζώντανο, ώσπου η εικόνα δεν υπάρχει πια, µέσα στο Προλογικό έχει ο λόγος εκπνεύσει.
Συναντιόµαστε στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, στο έµπα του καλοκαιριού. Ο ισπανικής και ιρλανδικής καταγωγής Περουβιανός Ιεροµόναχος Συµεών (κατά κόσµο Miguel Angel de la Jara Higginson), µοναχός στο Άγιον Όρος από το 1974, έχει µόλις επιστρέψει από πολύµηνο ταξίδι στην Άπω Ανατολή.
Δεν υπολείπεται σε οµορφιά η φυσική του παρουσία. Αβρότητα τρόπων, σίγουρο βήµα, αβίαστη εναλλαγή, σχεδόν παιχνίδισµα, ανάµεσα σε µια θλίψη το ίδιο πηγαία και αναπόφευκτη µε την ατόφια, παιδική χαρά που αναβλύζει από µέσα του. Προσήνεια, χιούµορ, γνήσιο ενδιαφέρον για τους ανθρώπους γύρω που ένθερµα τον καλωσορίζουν. Απλός, ευγενής, ανεπιτήδευτος. Αληθινά όµορφος.
Ἔτσι θὰ φθάσω στὸν κόλπο
Πανσέληνος ἀνατέλλοντας
Πανσέληνος ἀνατέλλοντας
9-7-94
Ἑσπέρα στὸ µπαλκόνι τοῦ Κελλιοῦ
Ἑσπέρα στὸ µπαλκόνι τοῦ Κελλιοῦ
Δεν ζητάς από τον ποιητή να εξηγήσει τα ποιήµατά του. Η ποίηση στις αναλύσεις πεθαίνει. Τι είναι όµως για εσάς ποίηση;
Η ποίηση, όπως και η ζωή, ξεκινά από την καρδιά. Είναι η καρδιά που δίνει ποιότητα στην ζωή µας και στην ποίηση. Όσο λιγότερο εγώ υπάρχει µέσα, τόσο και καλύτερο. Μέσω της ποίησης πηγαίνεις πέρα, σε ένα ταξίδι πολύ µακρινό, πέραν από το εγώ, είτε όταν ο ποιητής ποιεί το ποίηµα, είτε όταν ο αναγνώστης ή ακροατής γεύεται το ποίηµα. Στην ποίηση, όπως σε κάθε τέχνη που δεν είναι για πέταµα, η αντήχηση στην καρδιά προηγείται της έκφρασης.
Στα ποιήµατά σας, ένα πουλί, ένα ψάρι, µια στάµνα, η θάλασσα, ένα λουλούδι –απτά µα και ως σύµβολα– έχουν και περισσότερη παρουσία και µεγαλύτερη δύναµη να γίνονται όργανα µυσταγωγίας. Αντιθέτως, ο άνθρωπος σχεδόν απουσιάζει. Ακόµα και τις λίγες φορές που είναι εκεί υπολείπεται σε δύναµη παρουσίας, είναι σχεδόν φασµατικός. Από την άλλη, η απουσία του ιδίου του γράφοντος, µε την έννοια της απουσίας της εγωϊκής συνείδησης, καθιστά κατάφωρα υπαρκτή την παρουσία του. Τι εµποδίζει τον άνθρωπο να γίνεται µυσταγωγική πύλη;
Το εγώ, αυτό είναι που εµποδίζει τον ποιητή να γίνεται, όπως λέτε, “µυσταγωγική πύλη”. Εννοώ ένα εγώ εµπαθές, που είναι φίλαυτο και, εκ τούτου, αγαλήνευτο. Ναι, τα πράγµατα, αυτά που είναι γύρω µου, το περιβάλλον, το τοπίο, αλλά και ακόµα άνθρωποι, ζώα και µνήµες, είναι υλικό, αφορµές και ερεθίσµατα για να γράφω ποιήµατα, ή, καλύτερα να πω, για να στιχουργώ. Άλλοι θα πούνε αν οι στίχοι µου είναι πραγµατικά ποιήµατα.
Ο ποιητής πρέπει να έχει χρόνο για να θαυµάζει, όσο γίνεται, απαλλαγµένος από µέριµνες. “Πάσαν την βιωτικήν αποθώµεθα µέριµναν”, λέει ο ιερέας στην θεία λειτουργία, και πριν λειτουργήσει λέει: “Καιρός του ποιήσαι τω Κυρίω”, έτσι και ο ποιητής. Ο ποιητής, ο αναγνώστης ή ακροατής του ποιήµατος, χρειάζεται να διαθέτει αµέριµνο χρόνο για να προσέχει και να αφουγκράζεται το περιβάλλον, τα πράγµατα, τους ανθρώπους και τον ίδιο τον εαυτό του. Όπως η Μαρία του Ευαγγελίου που “την ἀγαθήν µερίδαν εξελέξατο”, όταν, αµέριµνη, καθόταν παρά τους πόδας του Ιησού και Τον άκουγε.
Χρειάζεται, λοιπόν, όσο γίνεται, να διάγοµε εν ησυχία. Να προσθέσω ότι τα ποιήµατα γίνονται όχι µόνον µε αισθήµατα, αλλά και µε λέξεις, που, στον πολιτισµό µας, αποτελούνται από εικοσιτέσσερα γράµµατα. Με αυτά γράφουµε το ποίηµα, το όνειρο ενός ανθρώπου εν εγρηγόρσει.
Ποιοι συγγραφείς και ποιητές άσκησαν πάνω σας επίδραση; Ποιους αγαπάτε;
Τώρα και τριάντα χρόνια διαβάζω καθηµερινά τους κλασικούς κινέζους και γιαπωνέζους ποιητές, όπως τον Li Bai, τον Wang Wei, την Li Qingzhao, τον Saigyo, την Ono Nο Komachi και τον Basho και πολλούς άλλους. Όταν ήµουνα πολύ νέος διάβασα και µε επηρέασαν ο Rimbaud, οι Σουρεαλιστές, κυρίως ο Breton· τον Lorca τον διάβασα στην εφηβεία µου, παρέα µε τον ξάδελφό µου τον Fernando. Από τους νεοέλληνες ποιητές αγαπώ τον Καβάφη και τον Ανδρέα Εµπειρίκο· ο Νίκος Πεντζίκης ήταν στενός φίλος µου και µε επηρέασε και έµαθα πολλά απ’ αυτόν. Από τους Αρχαίους αγαπώ την Σαπφώ και από τους Βυζαντινούς τον Άγιο Συµεών τον Νέο Θεολόγο, αλλά η ποίηση του είναι πια καθαρή θεολογία.
Συχνά τα ποιήµατά σας χαρακτηρίζονται «χαϊκού». Έχετε, ωστόσο, καταπιαστεί µε πολλά είδη ποίησης µα και µε πρόζα. Τι απαντάτε σ’ αυτό;
Όπως, ήδη, σάς ανέφερα έχω επηρεαστεί από τους κλασικούς ποιητές της Κίνας και της Ιαπωνίας και χρησιµοποιώ µερικά από τα χαρακτηριστικά της ποίησής τους, όπως, για παράδειγµα, το µέτρο, την αναφορά στο περιβάλλον και σε όσα συµβαίνουν εκείνη τη στιγµή· και πιο ουσιαστικά, τον τρόπο ζωής µε την διαθεσιµότητα να προσέχεις και να θαυµάζεις. Δεν ψάχνω, όµως, να κάνω γιαπωνέζικη ή κινέζικη ποίηση, αυτό που προσπαθώ να γράφω είναι, απλώς, ποιήµατα, αν µερικά είναι Χαϊκού, καλώς.
Το µέτρο και τα άλλα χαρακτηριστικά αυτής της ποίησης τα επιβάλλω στον εαυτό µου όταν γράφω ποιήµατα διότι πιστεύω ότι από τους περιορισµούς γεννιέται η τέχνη και από τις πολλές ελευθερίες πεθαίνει· όπως συµβαίνει, εν πολλοίς, στην εποχή µας. Μερικά από τα ποιήµατά µου έχουν το µέτρο του Χαϊκού, πέντε - επτά - πέντε συλλαβές, άλλα του Τάνκα, πέντε - επτά - πέντε- επτά - επτά, και άλλα των τετράστιχων και των οκτάστιχων των πέντε ή επτά συλλαβών, κατά προσέγγιση των πέντε η επτά κινογραµµάτων (ιδεογραµµάτων) των Κινέζων.
Έχω γράψει, επίσης, ποιητική πρόζα και απλή πρόζα. Και οι επιδράσεις που έχω δεχθεί δεν είναι µόνο αυτές. Άλλα χαρακτηριστικά των ποιηµάτων µου είναι ότι, εν παντί καιρώ και τόπω, προέρχονται, από την ησυχία, τη σιωπή και τη µοναξιά, τουλάχιστον έως κάποιου σηµείου· και όταν ξεκινάνε από τον πόνο, συνήθως, δεν µένουν εκεί, αλλά καταλήγουν στην λύτρωση. Έτσι η πληγή γίνεται πηγή. Είναι και ποιήµατα απλά, τουλάχιστον έτσι φαίνονται,
είναι µικρά, αλλά, ίσως, υπονοώ πολλά. Αποτελούν αποστάγµατα, και µακάρι να είναι διαυγή. Νοµίζω, ότι στα ποιήµατά µου υπάρχει, επίσης, ένας διάχυτος γαλήνιος ερωτισµός.
είναι µικρά, αλλά, ίσως, υπονοώ πολλά. Αποτελούν αποστάγµατα, και µακάρι να είναι διαυγή. Νοµίζω, ότι στα ποιήµατά µου υπάρχει, επίσης, ένας διάχυτος γαλήνιος ερωτισµός.
Υπάρχει καλή ποίηση που όµως δεν βρίσκει µέσα µας, µια που τη διαβάζουµε και µια που την ξεχνάµε. Αναµφίβολα, οι προσλαµβάνουσες και η ιδιοσυγκρασία του καθενός παίζουν µεγάλο ρόλο στο τι τελικά τον αγγίζει. Ωστόσο, κάτι κάνει το αληθινά βιωµένο, το µη εγκεφαλικό, να καίει σαν φωτιά, ν’ αγγίζει πιο πλατιά, αρνητικά έστω. Μπορείς να πεις: «δεν µ’ αρέσει» ή «µ’ ενοχλεί», δύσκολα όµως µπορείς να το αγνοήσεις, κάτι που ισχύει για όλες τις τέχνες. Είναι σχεδόν αδύνατον να µη βρει από κάπου να περάσει µέσα σου ένας Γκωγκέν, ένας Ρεµπώ, ένας Μπρανκούζι, ένας Μοντιλιάνι (αναφέρω ενδεικτικά κάποιους των οποίων το έργο υπήρξε πολύ ειλικρινές). Έτσι εισέπραξα την ποίησή σας: πέρα για πέρα βιωµένη. Κάποιοι ισχυρίζονται πως δεν υφίσταται ανειλικρινής τέχνη. Ποια είναι η άποψή σας;
Το αντίκρισµα της ποίησης είναι το βίωµα, αλλά δεν φθάνει µόνο το βίωµα και η ειλικρίνεια, χρειάζεται και ή τεχνική, η τέχνη του γραψίµατος (παρεµπιπτόντως, έχω µεταφράσει στα ελληνικά το βιβλίο του Lu Chi, ακριβώς, µε αυτό τον τίτλο.) Η ποίηση προϋποθέτει και ποιητική ζωή, όπως και η απόλαυσή της. Ναι, τα ποιήµατά µου προέρχονται από βιώµατά µου γι’ αυτό εκδιδόµενος παραµένω για πάντα ευάλωτος. Αλλά και ευάλωτος ζω.
Είναι επώδυνη η γραφή;
Δεν θα έλεγα ότι η γραφή είναι επώδυνη για µένα, αλλά, αντιθέτως, πηγή χαράς και λύτρωσης. Είναι και ανάσα ψυχής, χωρίς την οποία αισθάνοµαι ότι πεθαίνω. Προϋποθέτει βίωµα και διαθεσιµότητα, όπως ήδη σας έχω πει. Υπεραγαπώ την ελληνική γλώσσα, αυτήν την υπέροχη γλώσσα, αλλά γράφω ποιήµατα και σε άλλες τρεις γλώσσες, ισπανικά, αγγλικά και γαλλικά. Σκέπτοµαι κατευθείαν σε αυτές τις τέσσερις γλώσσες, χωρίς να µεταφράζω, αλλά καµία δεν κατέχω πλήρως και πολλές φορές προστρέχω στα λεξικά. Αυτό απαιτεί πολύ υποµονή και αγάπη γι’ αυτό που κάνεις. Πρέπει να βρεις την κατάλληλη λέξη, να λαµβάνεις υπόψιν αν έχει και τα κατάλληλα γράµµατα· και, στην περίπτωσή µου, µερικές φορές, χρειάζεται να ελέγχω την ορθογραφία και την ακριβή σηµασία της. Διορθώνω και πετάω ουκ ολίγα. Όλο αυτό µπορεί να είναι κοπιώδες, αλλά όχι οδυνηρό για µένα.
Από το 1999 που εκδόθηκε το «Μὲ Ἱµάτιον Μέλαν», δεν πάψατε να γράφετε. Ετοιµάζετε κάτι καινούργιο;
Το “Μὲ Ἱµάτιον Μέλαν” εκδόθηκε από την «Άγρα» τον Ιανουάριο του 1999 και, από τότε, δεν έχω δηµοσιεύσει τίποτα. Αυτόν τον καιρό, επιλέγω και επεξεργάζοµαι τα ποιήµατά µου στα ελληνικά, γραµµένα µεταξύ 1998 και 2018 ώστε να εκδοθούνε, ελπίζω σύντοµα. Πρόκειται για παρά πολλά ποιήµατα γραµµένα και στο Άγιον Όρος, αλλά και σε διάφορα µέρη του κόσµου. Πέρσι, έκανα το ίδιο µε τα ποιήµατά µου στα ισπανικά για να εκδοθούνε στον ισπανόφωνο κόσµο.
Πέραν της συγγραφής, υπάρχει το εικαστικό σας έργο. Σε απόλυτη, θα έλεγα, σύµπνοια και τα δύο: δοσµένα µε την ίδια αφαιρετικότητα και καλαισθησία, κινούµενα γύρω από τα ίδια αγαπηµένα µοτίβα (πουλιά, ψάρια, λουλούδια, ερηµιές, θάλασσα, το φεγγάρι…) Αν και η εικόνα είναι καταλυτική και στον λόγο σας, καλύπτει το εικαστικό κοµµάτι κάποια εσωτερική ανάγκη που δεν µπορεί εύκολα να καλύψει η ποίηση ή είναι απλώς θέµα επιλογής εκφραστικού µέσου;
Είναι και αυτά τα δυο που αναφέρατε: ανάγκη εσωτερική και επιλογή µέσου. Δεν θεωρώ τον εαυτό µου ζωγράφο, αλλά ζωγραφίζω περιστασιακά από µικρό παιδί. Όταν ήµουν πολύ νέος σπούδασα εικονογραφία στο Παρίσι µε τον Ρώσο αληθινό εικονογράφο και δάσκαλο Léonide Ouspensky, µετά, όταν ήρθα στην Ελλάδα, προσπάθησα να µάθω από την «νεοβυζαντινή» αγιογραφία που ασκείται εδώ, αλλά βρήκα αυτές τις καινούργιες εικόνες, επί το πλείστον, να είναι κακές αντιγραφές και χαλκοµανίες νεκρές που δεν σού λένε τίποτα.
Σταµάτησα την αγιογραφία, την βρίσκω πολύ δύσκολη. Ξέρετε είναι πραγµατική θεολογία, όχι απλές «θρησκευτικές ζωγραφιές». Η εικονογραφία προϋποθέτει ο εικονογράφος να θεολογεί, δηλαδή να πάσχει τον Θεό, µε χρώµατα και γραµµές, όχι να είναι απλώς έµπορας.
Κατόπιν ζωγράφισα σε χαρτί µε µελάνι και πινέλο, συνήθως πουλιά και λουλούδια, αλλά, δυστυχώς, έχω, τώρα, καιρό να ζωγραφίσω. Προσωπικά, έχω ανάγκη από άριστες συνθήκες για να µπορώ να ζωγραφίζω, όπως απόλυτη ησυχία, αµεριµνησία και κάποια σταθερή διαµονή σε ένα τόπο. Ωστόσο µερικοί που αγαπάνε τη δουλειά µου λένε ότι “η ποίησή µου είναι ζωγραφική και η ζωγραφική µου ποίηση», µακάρι να είναι έτσι!
Φυσικά υπάρχουν οι εξαιρέσεις µα, γενικά µιλώντας, η σηµερινή ποίηση µοιάζει να έχει ξεπέσει, να έχει χάσει την ιερότητά της µέσα σ’ ένα άκρως δυστοπικό κλίµα. Έγινε µια εύκολη υπόθεση όπως έγιναν σχεδόν όλα. Υπάρχει όµως ποίηση χωρίς ιερότητα; Έγινε, λέτε, εξίσου εύκολος ή υποτιµήθηκε ο σηµερινός βιαστικός και κουρασµένος αναγνώστης; Μπορεί ο τελευταίος να έχει την αναγκαία ενσυναίσθηση για µια ενεργή συµµετοχή και µέθεξη;
Όπως είπαµε η τέχνη, όπως και η γλώσσα, είναι έκφραση της ζωής που κάνουµε. Στην εποχή µας, στην Ελλάδα και σχεδόν σε όλο τον πλανήτη, κυριαρχεί µια banalité, δηλαδή µια ρηχότητα και µια κοινοτοπία στην ζωή και στην τέχνη. Τί θέλετε όταν ο άξονας της ανθρωπότητας έχει γίνει το χρήµα και το µόνο της κριτήριο το κέρδος; Ευτυχώς υπάρχουν ακόµα λίγες, ελάχιστες, εξαιρέσεις ανά τον κόσµο. Και όλοι µας, δηµιουργοί και µη, έχουµε ανάγκη από Παραµυθία, δηλαδή µέθεξη σε αυτήν την λεπτή και γλυκιά Δύναµη που ποίησε και συντηρεί τα σύµπαντα, που την λέµε Θεός και είναι αγάπη· και καλό θα ήτανε Αυτή η ζωοποιός δύναµη να είναι ο άξονάς µας, αλλιώς θα έχουµε µια ανθρωπότητα από ζόµπις, άβουλα όντα στη υπηρεσία του χρήµατος, που θα µιλάνε και θα γράφουν µια ανάλογη γλώσσα. Προς τα εκεί δεν πάµε και όλοι γελάµε;
Ταξιδεύετε πολύ. Ποια µέρη µιλούν µέσα σας; Υπάρχει η προσµονή κάποιου νόστου, κάποιο «νόστιµον ήµαρ» για κάπου;
Είµαι ένας ερηµίτης κοσµικός, αρκετά σκονισµένος. Μού αρέσει να ταξιδεύω, αλλά, όπου και να πάω, κάπως είµαι και δεν είµαι εκεί, και τοιουτοτρόπως, κάπως πραγµατικά είµαι.
Ξέρετε, ο άνθρωπος πλάστηκε εν κινήσει, ώστε ερωτικά να ενωθεί µε τον Πλάστη του, δηλαδή µε εκείνη τη Δύναµη που, συνήθως, την λέµε Θεός, η οποία επιθυµεί να είναι τα πάντα εν πάσι. Έτσι η εκ-δηµία είναι ό,τι, πνευµατικά, προσαρµόζει στον άνθρωπο, ο οποίος, κατά βάθος, τον Άλλο για Γάµο πάντα ζητά. Ο άνθρωπος πλάστηκε ελλιπής, κάτι του λείπει. Ναι, η ανάγκη για ταξίδι είναι ένας νόστος. Και ο ερηµίτης που κάθεται στην καλύβα του κάνει, µάλλον, το καλύτερο ταξίδι. Ο καθένας κάνει, όµως, ό,τι µπορεί και έχει ανάγκη.
Ο Basho, ο πατέρας των Χαϊκού, έγραψε: «Το να ταξιδεύει κανείς είναι το άνθος της κοµψότητας και η κοµψότητα το πνεύµα ταξιδιωτών που δεν υπάρχουν πια». Συνήθως, ταξιδεύω µόνος και µε το πάσο µου, δεν βιάζοµαι. Μόνος είσαι πιο προσιτός στους άλλους και πιο τρωτός. Έτσι, µε δέος, θαυµάζω το τοπίο, ανθρώπους, ζώα και πράγµατα και γράφω και χαίροµαι. Όλοι οι άνθρωποι είµαστε βασικά ίδιοι, αλλά, ωστόσο, και διαφορετικοί. Και όσο πιο διαφορετικός είναι ο άλλος, τόσο αισθάνοµαι την ανάγκη να τον πλησιάζω και να τον γνωρίζω, και οι χώρες όσο πιο µακρινές και εξωτικές είναι, τόσο και περισσότερο µε ελκύουν.
Αγαπώ την Άπω Ανατολή, αλλά νοµίζω ότι η πιο όµορφη χώρα του κόσµου είναι η Ελλάδα γιατί είναι ενιαία ωραία.
«Ἀνατολή Ἀνατολῶν», ένα υπέροχο κείµενό σας, δηµοσιευµένο στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, το 1999. Πώς είναι µέσα σας καταγεγραµµένη η Ανατολή;
Το ποίηµα «Ανατολή Ανατολών», µού ζητήθηκε, τότε, ως Περουβιανός, από ένα δηµοσιογράφο της «Ελευθεροτυπίας» µε αφορµή τα πεντακόσια χρόνια της ανακάλυψης της Αµερικής. Το θέµα µ’ ενδιέφερε.
Ξέρετε, παρεµπιπτόντως, να σάς πω: ένας µακρινός πρόγονός µου, ο Don Diego de la Jara y Torpa, ήταν ένας από τους στρατιωτικούς που συνόδευαν τον Χριστόφορο Κολόµβο όταν, στο πρώτο του ταξίδι, ανακάλυψε την Αµερική· σκοτώθηκε από τους ιθαγενείς στο νησί La Española, τώρα Santo Domingo. Όταν ήµουνα µικρό παιδί στο σχολείο, στην Λίµα, πόλη στις όχθες του Ειρηνικού Ωκεανού, δεν µπορούσα να καταλάβω πώς µάς δίδασκαν ότι η Κίνα και η Ιαπωνία ήταν στην Ανατολή, ενώ έβλεπα ότι ήταν στην άλλην όχθη του ωκεανού, προς Δυσµάς. Και έτσι συµπέραινα ότι η Αµερική ήταν η Ανατολή της Ανατολής.
Φαίνεται, επίσης, ότι, πριν χιλιάδες χρόνια, Ασιάτες, εκδήµησαν προς Ανατολάς και εγκαταστάθηκαν στην Αµερική, αυτοί είναι οι λεγόµενοι Αµερινδιάνοι. Η φράση «ανατολή ανατολών» είναι από ύµνο των Χριστουγέννων. Ανατολή Ανατολών είναι ο Χριστός, ο Λόγος σεσαρκωµένος. Ανατολή, πιστεύοµε εµείς οι χριστιανοί, είναι ο Λόγος του Θεού, που επιδηµεί προς τους ανθρώπους και τους φωτίζει. Αυτός είναι λόγος που ανατέλλει και εµείς µε λόγια εκφραζόµαστε όταν αυτά ανατέλλουν από τις φωνητικές µας χορδές και προσπερνούν τον φραγµό των οδόντων.
Πέραν όλων όσων πυροδότησαν µέσα µου τα ποιήµατά σας, µ’ έπιασε πολυτονική νοσταλγία! Ήµουν πολύ µικρή όταν καταργήθηκε το πολυτονικό και έτσι στερήθηκα την οµορφιά του. Φαντάζοµαι δεν το χρησιµοποιείτε αποκλειστικά και µόνο για λόγους αισθητικής σηµασίας. Θα το αποχωριζόσασταν;
Αποδοκιµάζω το µονοτονικό σύστηµα και θεωρώ έγκληµα που επιβλήθηκε στον ελληνικό λαό. Εύχοµαι ποτέ να µην επιβληθεί η αντικατάσταση των ελληνικών χαρακτήρων µε τους λατινικούς γιατί αυτό θα είναι πια η χαριστική βολή στον ελληνισµό. Όµως, τελευταία, όταν γράφω στο κινητό µου, χρησιµοποιώ αναγκαστικά το µονοτονικό, αλλά, αλλιώς, για µεγάλη µου ευχαρίστηση, γράφω µε πολυτονικό, µε ψιλές και δασείες, οξείες, βαρείες, περισπωµένες και υπογεγραµµένες. Αυτά είναι και τα στολίδια του λόγου. Το γράψιµο, στην τελευταία ανάλυση, είναι συνουσία µε τον Λόγο γι’ αυτό το µονοτονικό είναι σαν να παντρεύεσαι µε blue jeans, δεν είναι ωραίο, µού φαίνεται σαν ύβρις, αλλά αυτό είναι το πνεύµα της εποχής µας.
ΕΡΗΜΙΚΟ
Μέρος ἄνυδρο
Πάθος ἀνθηρὸ
βαστᾶς άκόµη
ρόδο πορφυρό;
Πάθος ἀνθηρὸ
βαστᾶς άκόµη
ρόδο πορφυρό;
6-6-96
Ἑσπέρα στὸ µπαλκόνι τοῦ Κελλιοῦ
Ἑσπέρα στὸ µπαλκόνι τοῦ Κελλιοῦ
Βιβλιογραφία:
The Holy Mountain Today, Alexandria Press, London 1983, ΝΗΦΑΛΙΟΣ ΜΕΘΗ, εκδ. Άγρα, 1985, ΣΥΜΕΩΝ ΜΝΗΜΑ, εκδ. Άγρα, 1994, ΜΕ ΙΜΑΤΙΟΝ ΜΕΛΑΝ ΚΑΘΩΣ ΑΝΕΜΟΣ ΑΠΛΩΣ ΦΥΣΑ, εκδ. Άγρα, 1999, PEQUENA SELECCION DE POEMAS, εκδ. Άγρα, 2010
Μεταφράσεις: Lu Chi, Η ΤΕΧΝΗ ΤΟΥ ΓΡΑΨΙΜΑΤΟΣ, WEN FU, εκδ. Άγρα, Wang Wei, Κείμενα Περί Ζωγραφικής, εκδ. Άγρα
Άρθρα του Ιερομονάχου Συμεών βρίσκονται στα περιοδικά: «Σύναξη», «Ευθύνη» & «Όσιος Γρηγόριος»
*Οι φωτογραφίες είναι μελάνια του Συμεών