Η Κύπρος και και το
΄21
Με ιερή συγκίνηση και εθνική
υπερηφάνεια τιμήσαμε και εορτάσαμε και φέτος πανηγυρικά όπως κάθε χρόνο
την 198η επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης, της εθνικής
παλιγγενεσίας και αναβαπτιστήκαμε με
θάρρος και δύναμη από τον ηρωισμό και τη θυσία των Ελλήνων ενάντια στην
τυραννία και την υποδούλωση. Σ΄ αυτή τη μεγάλη στιγμή του γένους, προσέτρεξε
και πάλιν ο Κυπριακός Ελληνισμός για να δώσει, μαζί με όλους τους υπόλοιπους
ραγιάδες Έλληνες τον υπέρ πάντων αγώνα.
Στην Κύπρο η κατάληψη της
Λευκωσίας από τους Τούρκους συνοδεύτηκε από πρωτοφανείς λεηλασίες, σφαγές
και αιχμαλωσίες που κράτησαν τρεις ημέρες. Η αιματηρή κατάληψη της Αμμόχωστου
το 1571 και οι φρικαλεότητες των Τούρκων που διαπόμπευσαν τους υπερασπιστές της
πόλης... σήμαναν και την ολοκληρωτική κατάληψη της Κύπρου από τους
Οθωμανούς, οι οποίοι άρπαζαν και
κατέστρεφαν ότι έβρισκαν στο διάβα τους, έκοβαν τα κεφάλια για να δοκιμάσουν τα
σπαθιά τους, ενώ άλλους τους έσερναν στις φυλακές και στα σκλαβοπάζαρα,
όπου πουλούσαν ακόμα και μικρά αγόρια
και κορίτσια. Οι ίδιοι κόμπαζαν πως οι λεηλασίες ξεπερνούσαν εκείνες της
Βασιλεύουσας.... Η περήφανη Μαρία
Συγκλητική τίναξε στον αέρα το πλοίο που τη μετέφερε στα μπουντρούμια των
Οθωμανών.
Στο μακρύ διάστημα της
τουρκοκρατίας αλλά και τα χρόνια της επανασύστασης, η Κύπρος, ως ακρότατο φυσικό
σύνορο του ελληνισμού, μοιράστηκε την τύχη του υπόδουλου γένους αλλά και τους
κοινούς αγώνες του για ελευθερία. Η αρχή θα γίνει τον Ιούνιο του 1798 στο
Βελιγράδι, όταν ο στενός συνεργάτης και σύντροφος του Ρήγα Βελεστινλή, Ιωάννης
Καρατζάς από τη Λευκωσία, θα ακολουθήσει το δάσκαλό του μέχρι τέλους στο φρικτό
μαρτύριο.
Αργότερα, πολλοί Κύπριοι έγιναν
μέλη της «Φιλικής Εταιρείας». Σκορπισμένοι παντού σε όλα τα τουρκοπατημένα
εδάφη, μετείχαν ενεργά στη δημιουργία των συνθηκών, πάνω στις οποίες έκτισε και
πρόσφερε η Φιλική Εταιρεία. Το 1818 ο Ηπειρώτης Δημήτριος Ύπατρος έφτασε στην Κύπρο
και μύησε στη Φιλική Εταιρεία τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό. Το παράδειγμά του
Κυπριανού ακολούθησαν και άλλοι κληρικοί και πρόκριτοι του νησιού.
Λίγους μήνες πριν ο Παλαιών
Πατρών Γερμανός υψώσει το Λάβαρο της επανάστασης στην Αγία Λαύρα, ο ίδιος ο
Αλέξανδρος Υψηλάντης απέστειλε στον Κυπριανό γράμμα, ζητώντας του να επισπεύσει
τη βοήθεια:
«... Ο φιλογενέστατος κύριος
Δημήτριος Ύπατρος με εβεβαίωσε περί της γενναίας συνεισφοράς… την οποίαν η
υμετέρα Μακαριότης υπεσχέθη προς αυτόν διά το σχολείον (συνθηματικό της
Επανάστασης) της Πελοποννήσου… έναρξις του Σχολείου εγγίζει... Ας ταχύνει,
λοιπόν, η υμετέρα Μακαριότης να εμβάση τόσον της υμετέρας Μακαριότητος τας
συνεισφοράς, όσον και των λοιπών αυτού ομογενών, είτε χρηματικάς είναι, είτε
ζωοτροφίας».
Τον Απρίλιο του 1821, παρά τα
συμφωνηθέντα, ο Αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος διένειμε στη Λάρνακα προκηρύξεις με
επαναστατικό περιεχόμενο. Η ενέργεια αυτή έγινε αντιληπτή από τον Τούρκο
κυβερνήτη Κιουτσούκ Μεχμέτ, που ανάφερε το γεγονός στην Υψηλή Πύλη, η οποία
ενέκρινε το αίτημά του για εκτελέσεις κληρικών, προκρίτων και λαϊκών.
Οι απαγχονισμοί και οι
σφαγές άρχισαν την 9η Ιουλίου
1821. Πρώτος απαγχονίστηκε στην Πλατεία του Σεραγίου στη Λευκωσία, ο
Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός και λίγα λεπτά μετά, αποκεφαλίστηκαν οι Μητροπολίτες
Πάφου, Κιτίου και Κυρηνείας. Οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν ως τις 14 Ιουλίου και
είχαν ως αποτέλεσμα τη δολοφονία 486
Ελλήνων. Με τα σημερινά πληθυσμιακά δεδομένα, οι 486 που απαγχονίστηκαν και
σφαγιάστηκαν αναλογούν περίπου σε 4.500! Ήταν η πρώτη κατάθεση φόρου αίματος
της Κύπρου στον Εθνικό ξεσηκωμό, μετά τη θυσία του Ιωάννη Καρατζά. 62 χωριά και
συνοικισμοί εξαφανίσθηκαν τελειωτικά… Πολλές εκκλησίες μετατράπηκαν σε τζαμιά
και άλλες σε στάβλους.
Παρά τους εξανδραποδισμούς και
τις εκτελέσεις, εκατοντάδες Έλληνες της Κύπρου θα μεταβούν στην Ευρώπη και την
επαναστατημένη Ελλάδα και θα δώσουν βροντερό παρών, στον πανελλήνιο
απελευθερωτικό αγώνα. Ο Κανάρης φθάνει
συχνά με τα καράβια του στις ακτές της Κερύνειας και τα φορτώνει πολεμιστές και
κάθε είδους υλική βοήθεια. Πολλοί εκποίησαν τις περιουσίες τους για τους
σκοπούς της επανάστασης.
Αναφορά γίνεται σε ποιητική
μαρτυρία του εθνικού ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη για τον απόπλουν επαναστατών από
την Καρπασία, οι οποίοι είχαν ως όραμά τους τη Μεγάλη Ελλάδα: «Είπαν μου πώς
εφύασιν ποτζιεί που το Καρπάσιν μια κοπή παίδκιοι τοπιανοί τζιαι πώς επήαν
πέρα, πέρα στους λας που πολεμούν τζιαι παν κατά την Πόλη».
Οι Κύπριοι εθελοντές εκτός από
την ένταξη τους σε διάφορα στρατιωτικά σώματα, είχαν δημιουργήσει και δικό τους
λόχο, με δικό τους λάβαρο, λευκό με
γαλανό μεγάλο σταυρό στη μέση που στο επάνω μέρος υπήρχε γραμμένη η ένδειξη
«ΣΗΜΕΑ ΕΛΗΝΗΚΙ ΠΑΤΡΗΣ ΚΥΠΡΟΥ».
Συγκλονιστικές είναι οι έγγραφες
μαρτυρίες μεγάλων προσωπικοτήτων της επανάστασης όπως των Κολοκοτρώνη, Νικηταρά,
Μακρυγιάννη, Κανάρη, Νοταρά, Γιατράκου και πλήθος άλλων κορυφαίων ηγετών και
οπλαρχηγών, μέσα από τις οποίες υμνούνται οι Έλληνες Κύπριοι που ήρθαν το 1821
στην επαναστατημένη Ελλάδα και πολέμησαν παντού - στα ελληνικά Αρχεία
καταγράφονται πέραν των 580 επίσημα. Ωστόσο άλλοι μιλούν για πολύ μεγαλύτερο
αριθμό εθελοντών πολεμιστών, αφού ήταν αδύνατον να καταγραφούν όλοι.
Πολλοί που επέζησαν των μαχών
έμειναν για το υπόλοιπο της ζωής τους στην Ελλάδα, όπως ο Ιωάννης Σταυριανός
που έφτασε στο βαθμό του ταγματάρχου Χωροφυλακής. Ο Φιλικός Χαράλαμπος Μάλης,
διετέλεσε γραμματέας του Πατριάρχου Αντιόχειας Ανθέμιου και αργότερα διδάσκαλος
στην Κωνσταντινούπολη, ενώ το 1822 διορίστηκε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου
Θρησκείας της πρώτης επαναστατημένης Κυβέρνησης.
Στο Ιστορικό Αρχείο του
Υπουργείου Εξωτερικών, το Αρχείο της Βουλής, το Αρχείο της Ιστορικής και
Εθνολογικής Εταιρείας, το Αρχείο Αγωνιστών της Εθνικής Βιβλιοθήκης, το Γενικό
Αρχείο του Κράτους, τα Αρχεία Μητροπόλεων και Μοναστηριών και άλλες πολλές
ιστορικές πηγές αναφέρονται πολλές λεπτομέρειες για τη συμμετοχή των Ελλήνων
της Κύπρου στην Εθνική Παλιγγενεσία.
Η συνείδηση της συμμετοχής της
Κύπρου στο πανεθνικό ξεσηκωμό, γράφει η Θοεδώρα
Μαρκάτου, εκφράστηκε αργότερα με τη συμμετοχή και Κυπρίων στην κάλυψη της δαπάνης
για την ανέγερση του Ηρώου του Εικοσιένα.
Πολεμώντας για την Ελλάδα οι
Κύπριοι προσέβλεπαν πάντα και στη δική τους λύτρωση από τα τυρρηνικά δεσμά και στην
ενσωμάτωση της ιδιαίτερης τους πατρίδας στον Εθνικό κορμό. Η άφιξη του Ιωάννη
Καποδίστρια - γόνος εκ μητρός της Κυπρίας Αδαμαντίας Γονέμη από τη Λεμεσό- στην Ελλάδα αναπτέρωσε τις ελπίδες για εθνική
ολοκλήρωση. Από τον Οκτώβριο του 1827 Ο Ιωάννης Καποδίστριας εβρισκόμενος
στο Παρίσι, ερωτηθείς από τον εκπρόσωπο του Αγγλικού Υπουργείου Εξωτερικών
Wilmot-Horton, ποια είναι τα γεωγραφικά όρια του μελλοντικού κράτους αξιώνει η
Ελληνική πλευρά, ο Καποδίστριας απάντησε: «Τα όρια ταύτα από του 1821
καθορίζονται υπό του αίματος του εκχυθέντος εις τα σφαγεία των Κυδωνιών, της
Κύπρου, της Χίου, της Κρήτης, των Ψαρών και του Μεσολογγίου…».
Ωστόσο λίγο αργότερα, στη Συνδιάσκεψη του
Πόρου για τον καθορισμό των ορίων του Ελληνικού κράτους η Κύπρος απουσίαζε από
τις διεκδικήσεις. Από εδώ κι ύστερα
ξεκινά μια άλλη μεγάλη διαδρομή γεμάτη απότομες ανηφόρες, αβάστακτο πόνο, ποταμούς
δακρύων και αίμα που δεν έφερε δυστυχώς ποτέ το ποθούμενο….
Υστερόγραφο: Η κυπριακή συμμετοχή
στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 αλλά και σε όλους τους εθνικούς αγώνες,
παραμένει ένα από τα σχετικά άγνωστα κεφάλαια της νεότερης ελληνικής ιστορίας
για το ευρύ κοινό. Γιατί άραγε;
Δρ. Αυγουστίνος (Ντίνος) Αυγουστή
Αναπλ. Καθηγητής Πανεπιστήμιο
Θεσσαλίας
Από το Μονάγρι Λεμεσού